Σάββατο 16 Μαΐου 2009

Η Φιλολογική Σχολή Οχρίδας και οι Βούλγαροι



Η Οχρίδα (Охрид) είναι πόλη χτισμένη στα παράλια της ομώνυμης λίμνης, που αποτελεί το νοτιοδυτικό όριο της Δημ. Μακεδονίας με την Αλβανία.
Η λίμνη κατά την αρχαιότητα ονομάζονταν Λύχνιδα. Ακόμα και σύμφωνα με την κρατούσα άποψη στην Ελλάδα, βάσει της οποίας, Μακεδονία πρέπει να ονομάζεται η περιοχή που καταλάμβανε το μακεδονικό κράτος την εποχή του Φιλίππου Β’, η Οχρίδα βρισκόταν στα όρια εκείνου του κράτους.

Εκεί βάζει τα δυτικά όρια της αρχαίας Μακεδονίας και ο Ρωμαίος γεωγράφος Στράβωνας (63 π.Χ.-23 μ.Χ). Η οροσειρά που αρχίζει από τη δυτική όχθη της λίμνης και απλώνεται κατά μήκος των μακεδονοαλβανικών και μακεδονοκοσοβαρικών συνόρων είναι τα όρη Σκάρδος (Σαρ – Шар), που σύμφωνα με τον Στράβωνα αποτελούσαν τα βορειοδυτικά όρια της Μακεδονίας. Ο δρυμός που απλώνεται προς βορά της Οχρίδας και σήμερα ονομάζεται Μέλας Δρυμός (Τς΄ρνι Ντριμ – Црни Дрим).

Η πόλη ανακαινίστηκε από τον αυτοκράτορα Ιουστινιανό (527-565) και αναφέρεται και ως Ιουστινιανή Πρώτη (Justiniana Prima).
Η Unesko έχει ανακηρύξει την Οχρίδα ως μνημείο παγκόσμιας κληρονομιάς και την έχει υπό την προστασία της.

Την Οχρίδα επέλεξαν οι συνεργάτες των Αγίων Κυρίλλου και Μεθοδίου για να συνεχίσουν το έργο που άρχισαν στη Μοραβία (σημερινή Τσεχία).
Ο ηγεμόνας της Μοραβίας Ρόστισλαβ ανατράπηκε και η Μοραβία περιήλθε υπό την επιρροή της γερμανο-λατινικής «Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας».
Ο Μεθόδιος περιορίστηκε σε ένα μοναστήρι, όπου και πέθανε το 885. Οι περισσότεροι συνεργάτες του αναγκάστηκαν να επιστρέψουν στη Μακεδονία, όπου συνέχισαν το έργο τους.

Είναι σημαντικό να θυμίσουμε, ότι ο Μεθόδιος προσκλήθηκε από τον αυτοκράτορα της Κωνσταντινούπολης, Βασίλειο Α’, τον οποίο και επισκέφτηκε το 880-881. Ο Βασίλειος, βλέποντας τη στροφή των βαλκανικών πληθυσμών προς τον πάπα της Ρώμης, θορυβήθηκε και αναγκάστηκε να παραχωρήσει σε αυτούς το δικαίωμα μόρφωσης στη γλώσσα τους.

Οι σημαντικότεροι συνεργάτες των Κυρίλλου και Μεθοδίου ήταν οι Κλήμεντας (Κλήμης – Клименд) και Ναούμ (Наум), οι οποίοι εγκαταστάθηκαν στην Οχρίδα. Αυτοί θεωρούνται και οι ιδρυτές της Φιλολογικής Σχολής Οχρίδας, αλλά και προστάτες της πόλης.

Στη Σχολή διδάσκονταν κυρίως λογοτεχνία, θεολογία και φιλοσοφία. Η πόλη έγινε το σημαντικότερο πνευματικό κέντρο της ευρύτερης περιοχής.
Ακόμα και οι ελληνικές εγκυκλοπαίδειες αναφέρουν ότι φοίτησαν στις σχολές της Οχρίδας περίπου 3.500 ιερείς και διδάσκαλοι, αριθμός πάρα πολύ μεγάλος για την εποχή εκείνη. Εκείνοι με τη σειρά τους διέδωσαν την κυριλλική κουλτούρα στην ευρύτερη περιοχή. Αρκετοί από εκείνους μετέβησαν και σε άλλες σλαβόφωνες χώρες, όπου διέδωσαν την κυριλλική γραμματεία.

Αργότερα η κυριλλική γραφή και γλώσσα θα καλλιεργηθούν και σε πολλά μοναστήρια του Αγίου Όρους.
Άγιο Όρος ονομάστηκε το όρος Άθω και η ομώνυμη χερσόνησος της Χαλκιδικής, επειδή είναι αφιερωμένη στη λατρεία του Πατέρα Θεού.

Τάτο στα σύγχρονα μακεδονικά είναι ο πατέρας (τάτκο=πατερούλης), ενώ σε αρχαιότερες διαλέκτους αναφέρεται και ως άτο. Το όρος, δηλαδή, είναι αφιερωμένο στον Άτο, δηλαδή τον Πατέρα.
Είναι γνωστό ότι στα αρχαία ελληνικά υπήρχε και πτώση (δοτική) ονομάτων σύμφωνα με την οποία το «εις τον Άτο» προφέρονταν «τω Άτω» ή σκέτο Άτω, με υπογεγραμμένη στο –ω-, την οποία δεν βρίσκω στο πληκτρολόγιό μου.
Το όρος πράγματι ήταν αφιερωμένο στον Πατέρα Θεό και πριν την επικράτηση του χριστιανισμού. Ο Όμηρος αναφέρει ότι στην κορυφή υπήρχαν βωμοί παλιάς θρησκείας. Οι χριστιανοί δεν το επέλεξαν τυχαία για να το αφιερώσουν στον Άτο (Πατέρα). Η λέξη είναι πιθανότατα Πελασγική.

Από την ίδια ρίζα προέρχεται και το όνομα της θεάς Αθηνάς, το οποίο δεν είναι ελληνικό, αλλά προελληνικό. Σύμφωνα με την ελληνική μυθολογία ήταν κόρη του Δία, αλλά δεν γεννήθηκε από τη σύζυγό του Ήρα, όπως οι άλλοι θεοί, αλλά βγήκε απευθείας από το κεφάλι του Πατέρα, δηλαδή του Άτο, και γι΄αυτό ονομάστηκε Άτηνα.

Είναι γνωστό ότι το γράμμα θ, που είχε η ελληνική γλώσσα, όπως και άλλες ανατολικές γλώσσες, δεν το είχαν άλλοι λαοί στην Ευρώπη. Στα λατινικά γράφεται ως th, ενώ στα κυριλλικά ως Τ. Σήμερα πολλοί λαοί των Βαλκανίων, μεταξύ των οποίων και οι Μακεδόνες, λένε την Αθήνα, Άτηνα.
Το ότι η θεά Αθηνά γεννήθηκε από το κεφάλι του πατέρα (Άτο) Δία και όχι από μητέρα, και ότι το Άγιο Όρος είναι αφιερωμένο «τω Άτ(θ)ω», δεν μπορεί να είναι τυχαία, ούτε δική μου επινόηση.

Η λέξη άτο ή τατο είναι μία από εκείνες, οι οποίες έκαναν το γυμνασιάρχη του ελληνικού γυμνασίου Μπίτολας Κων. Τσιούλκα, να γράψει το 1903, στο βιβλίο του που εκδόθηκε στην Αθήνα το 1907, «ΣΥΜΒΟΛΑΙ ΕΙΣ ΤΗΝ ΔΙΓΛΩΣΣΙΑΝ ΤΩΝ ΜΑΚΕΔΟΝΩΝ, ΕΚ ΣΥΓΚΡΙΣΕΩΣ ΤΗΣ ΣΛΑΒΟΦΑΝΟΥΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΗΣ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗΝ», ότι «στη μακεδονική γλώσσα υπάρχουν 1260 λέξεις ομηρικής προέλευσης, ενώ στην κοινή ελληνική γλώσσα έχουν διασωθεί μόνον 650».

Η Θεσσαλονίκη, η Οχρίδα και δευτερευόντως το Άγιο Όρος, ήταν τα κέντρα όπου δημιουργήθηκε, καλλιεργήθηκε και διαδόθηκε η κυριλλική γραφή και η λογοτεχνική γλώσσα, πρόδρομος της σύγχρονης μακεδονικής γλώσσας.

Οι Βούλγαροι και η μακεδονική γλώσσα

Κάτι στο οποίο συμφωνούν όλοι οι ιστορικοί, είναι η καταγωγή των Βουλγάρων. Στην εγκυκλοπαίδεια «Νέα Δομή» διαβάζουμε, κάτι που γράφουν και άλλες εγκυκλοπαίδειες.
«Η Βουλγαρία οφείλει το όνομά της στο μογγολικό λαό των Βουλγάρων, που κατά τον 7ο αι. εισέβαλε στη χώρα (τη Μοισία των Ρωμαίων και των Βυζαντινών) και επιβλήθηκε στις σλαβικές φυλές από τις οποίες πήρε τη γλώσσα, τους εθνικούς χαρακτήρες και το γεωργικό και ποιμενικό τρόπο ζωής.»

Συνήθως αγνοείται το γεγονός, ότι στις περιοχές της Βαλκανικής όπου είχαν εγκατασταθεί Σλάβοι, υπήρχαν και άλλοι λαοί, όπως Θράκες, Ιλλυριοί, Σκύθες, Δάκες, λατινόφωνοι – ελληνόφωνοι Ρωμιοί κλπ. Εκείνοι οι λαοί ασφαλώς δεν εξαφανίστηκαν, αλλά ανακατεύτηκαν με τους Σλάβους και είτε εκσλαβίστηκαν, όπως αργότερα οι Βούλγαροι, είτε η γλώσσα τους ήταν συγγενική με αυτήν των νέων πληθυσμών, οπότε αλληλοεπηρεάστηκαν και δημιουργήθηκαν νέες γλώσσες, οι οποίες χαρακτηρίζονται σλαβικές.

Οι Βούλγαροι επομένως «εκσλαβίστηκαν» επειδή ήταν μειοψηφία.
Στα κράτη επομένως που δημιούργησαν κατά διαστήματα, πλειοψηφούσαν άλλοεθνείς πληθυσμοί και όχι βουλγαρικοί. Τους υπηκόους, όμως, εκείνων των κρατών, οι Βυζαντινοί και οι Νεοέλληνες, τους αποκαλούν γενικώς Βούλγαρους.

Η γραφή και η γλώσσα που χρησιμοποιούσε η άρχουσα τάξη του κράτους των Βουλγάρων μέχρι τα τέλη του 9ου αιώνα, ήταν η ελληνική. Μετά τη δημιουργία της κυριλλικής γραφής και την καλλιέργεια της λογοτεχνικής γλώσσας της νοτιοδυτικής Μακεδονίας με επίκεντρο την Οχρίδα, υιοθέτησαν εκείνη τη γραφή και γλώσσα. Φυσικά, καθώς δεν υπήρχε εκπαιδευτικό σύστημα και μέσα ενημέρωσης, ο λαός της Βουλγαρίας, κράτησε τη διάλεκτό του, η οποία επηρεάστηκε πολύ λιγότερο από τη μακεδονική λογοτεχνική γλώσσα της εποχής.
Οι Βούλγαροι επομένως, ούτε δημιούργησαν, ούτε έδωσαν γλώσσα σε άλλους. Απεναντίας, εγκατέλειψαν τη γλώσσα τους και υιοθέτησαν την κυριλλική γραφή που δημιουργήθηκε στη Μακεδονία και πήραν στοιχεία της μακεδονικής γλώσσας.

Αυτή είναι η πραγματικότητα, την οποία σε γενικές γραμμές δεν αμφισβητεί κανένας. Από τις αρχές, όμως, της δεκαετίας του ΄90, οπότε αναζωπυρώθηκε το Μακεδονικό, Βούλγαροι και Νεοέλληνες βάλθηκαν να μας πείσουν, ότι η μακεδονική γλώσσα είναι διάλεκτος της Βουλγαρικής.
Η πραγματικότητα, όμως, είναι ακριβώς αντίθετη.

Αντιστρέφοντας την ιστορική πραγματικότητα, για προφανείς πολιτικούς λόγους, είναι σαν να υποστηρίζουν ότι οι κάτοικοι της νοτιοδυτικής Μακεδονίας, μεταξύ των οποίων και οι Άγιοι Κύριλλος, Μεθόδιος, Κλήμεντας και Ναούμ, είναι Βούλγαροι ή ότι εκείνοι πήραν τη γλώσσα από τους Βουλγάρους ή ότι η Μακεδονία –και μάλιστα η νοτιοδυτική- είναι τμήμα της Βουλγαρίας.

2 σχόλια:

  1. Ανώνυμος16/5/09, 2:16 μ.μ.

    Στο blog Akritas,
    σε ένα από τα επισυναπτόμενα βίντεο, στο βίντεο με τον Σάκη Ρουβά στη Μόσχα, υπάρχει ένα (Νο 8) που λέει,
    Aleksandar Belov - Republic og Macedonia & Sakis Rouvas
    Δέστε το
    Μπράβο Akritas!!!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Η ανάρτηση του προηγούμενου σχολίου για τον Σακη Ρουβά, προκάλεσε την αφαίρεση του τραγουδιού με το Αλεξάνταρ Μπέλοβ. Οπότε μην το ψάχνετε.

    ΑπάντησηΔιαγραφή