Σάββατο 15 Φεβρουαρίου 2020

Η Καταγωγή των Ελλήνων



         Η δημιουργία του Νεοελληνικού έθνους στηρίζεται στην άποψη ότι οι Νεοέλληνες κατάγονται από τους αρχαίους Έλληνες και ότι εκείνοι «κατέβηκαν κατά κύματα από τον Βορρά». Και αυτό το υποστηρίζουν για να στηρίξουν την άποψη ότι οι αρχαίοι Μακεδόνες ήταν Έλληνες. Τα στοιχεία, όμως, που υπάρχουν στα συγγράμματα των αρχαίων συγγραφέων, διαψεύδουν τελείως αυτές τις απόψεις.
         Οι ίδιοι οι αρχαίοι «Έλληνες» συγγραφείς γράφουν πως οι αρχαίοι Έλληνες ήταν έποικοι από τη Μέση Ανατολή και τη βόρεια Αφρική. Ένας Ασιάτης μάλιστα ηγεμόνας έδωσε και το όνομά του στην Πελοπόννησο.

Γράφει ο Θουκυδίδης: «Λέγουσι δε και οι τα σαφέστατα Πελοποννησίων μνήμη παρά το πρότερον δεδεγμένοι Πέλοπά τε πρώτον πλήθει χρημάτων, ά ήλθε εκ της Ασίας έχων ες ανθρώπους απόρους, δύναμιν περιποιησάμενον την επωνυμίαν της χώρας έπυλην όμως σχειν…»
(Λένε δε, όσοι Πελοποννήσιοι ξέρουν πολύ καλά τις παλιότερες παραδόσεις τους, ότι πρώτος ο Πέλοπας, χάρη στον πλούτο του, αν και ήρθε από την Ασία ανάμεσα σ’ ανθρώπους φτωχούς, χρησιμοποιώντας την δύναμή του, την επωνυμία της χώρας αν και ξένος έχει δώσει…)

Αυτό το εδάφιο παρουσιάζει την αιτία της  εύκολης επιβολής των Ασιατών εποίκων στο νότιο άκρο της Βαλκανικής και των νήσων. Ήταν η φτώχια που χαρακτήριζε τους αυτόχθονες ενός από τα πιο άγονα τμήματα της Βαλκανικής και η οποία δεν τους επέτρεψε να δημιουργήσουν ισχυρό κράτος που θα αντιμετώπιζε τους κάθε είδους εισβολείς. Η γεωγραφική, όμως, θέση του νοτιότερου άκρου της Βαλκανικής και των νήσων, τα καθιστά σταυροδρόμι μεταξύ Μέσης Ανατολής και Ευρώπης και κατάλληλο σημείο για ενδιάμεσους σταθμούς ανεφοδιασμού και συναλλαγής. Έτσι, όσοι ισχυροί ήθελαν να ελέγξουν το εμπόριο και τις μεταφορές στη Μεσόγειο, επεδίωκαν την κατοχή αυτής της περιοχής. Είναι αναγνωρισμένο από όλους τους ιστορικούς ότι στο εμπόριο και τις ναυτικές μεταφορές της Μεσογείου κατά τους προϊστορικούς και τους ιστορικούς χρόνους είχαν επικρατήσει οι Φοίνικες.

Για το όνομα της Ευρώπης γράφει ο Ηρόδοτος (Ιστορία Δ’, παρ.45) «Η δε δη Ευρώπη ούτε ει περίρρυτος εστι γινώσκεται προς ουδαμών ανθρώπων, ουδέ οκόθεν το ούνομα έλαβε τούτο, ούτε όστις οι ην ο θέμενος φαίνεται, ει μη από τοις Τυρίοις φήσομεν Ευρώπην λαβείν το ούνομα την χώρην, πρότερον δε ην άρα ανώνυμος ώσπερ αι έτεραι. Αλλ’ αύτη γε εκ της Ασίης τε φαίνεται εούσα και ουκ απικομένη ες την γην ταύτην ήτις νυν υπό Ελλήνων Ευρώπη καλέεται, αλλ’ όσον εκ Φοινίκης ες Κρήτην, εκ Κρήτης δε ες Λυκίην.»
(Όσο για την Ευρώπη ούτε αν βρέχεται γύρω από νερό γνωρίζει κανείς από τους ανθρώπους, ούτε από πού πήρε το όνομα αυτό, ούτε ποιος της έβαλε το όνομα αυτό, εκτός αν ισχυριστούμε ότι η χώρα αυτή πήρε το όνομα από την Τύρια Ευρώπη, ενώ προηγουμένως δεν είχε όνομα, όπως και οι άλλες. Αλλά αυτή η Τύρια Ευρώπη [η Ευρώπη ήταν πριγκίπισσα, κόρη του ηγεμόνα της Τύρου της Φοινίκης] είναι φανερό ότι ήταν από την Ασία και δεν ήρθε στην γη, που ονομάζεται από τους Έλληνες Ευρώπη, αλλά μόνο από την Φοινίκη στην Κρήτη και από την Κρήτη στην Λυκία).

Στην Κρήτη εγκαταστάθηκαν οι απόγονοι της Ευρώπης, οι γνωστοί Μίνωες, που δημιούργησαν τον Κρητο-Μινωϊκό πολιτισμό, που σύμφωνα με τον Ηρόδοτο ήταν Φοίνικες.
Ο Θουκυδίδης γράφει σχετικά: «Μίνως γαρ παλαίτατος ακοή ίσμεν ναυτικόν εκτήσατο και της Ελληνικής θαλλάσης επί πλήστον εκράτησε και των Κυκλάδων νήσων ήρξε τε και οικιστής πρώτος των πλείστων εγένετο, Κάρας εξελάσας και τους εαυτού παίδας ηγεμόνας εγκαταστήσας, το τε ληστικόν, ως είκος, καθήρει εκ της θαλάσσης εφ’ όσον εδύνατο, του τας προσόδους μάλλον ιέναι αυτώ.» (Βιβ.Ι,4)
 (Ο Μίνωας, όσο ξέρουμε από την προφορική παράδοση, ήταν ο πρώτος που απόκτησε ναυτικό και κυριάρχησε στο μεγαλύτερο μέρος της λεγόμενης σήμερα Ελληνικής θάλασσας, κυρίεψε επίσης τις Κυκλάδες και ίδρυσε τις πρώτες αποικίες στα περισσότερα νησιά τους, αφού έδιωξε τους Κάρες κι εγκατέστησε άρχοντες τους γιούς του. Όπως ήταν φυσικό ξεπάστρευε, όσο μπορούσε, τους ληστές [πειρατές] από την θάλασσα, για να πηγαίνουν σ’ αυτόν ασφαλέστερα τα εισοδήματα απ’ τα νησιά.)
Και συμπληρώνει:
«Οι γαρ Έλληνες το πάλαι και των βαρβάρων οι τε εν τη ηπείρω παραθαλάσσιοι και όσοι νήσους είχον, επειδή ήρξαντο μάλλον περαιούσθαι ναυσίν επ’ αλλήλους, ετράποντο προς ληστείαν, ηγουμένων ανδρών ου των αδυνατωτάτων του σφετέρου αυτών ένεκα και τοις ασθενέσι τροφής, και προσπίπτοντες πόλεσιν ατοιχίστοις και κατά κώμας οικουμέναις ήρπαζον και το πλείστον του βίου εντεύθεν εποιούντο, ουκ εχοντός πω αισχύνην τούτου του έργου, φέροντος δε τι και δόξης μάλλον, δηλούσι δε των τε ηπειρωτών τινές έτι και νυν, οις κόσμος καλώς τούτο δραν, και οι παλαιοί των ποιητών τας πύστεις των καταπλεόντων πανταχού ομοίως ερωτώντες ει λησταί εισίν, ως ούτε ων πυνθάνονται απαξιούντων το έργον, οις τε επιμελές είη ειδέναι ουκ ονειδιζώντων. Ελήζοντο δε και κατ’ ήπειρον αλλήλους. Και μέχρι τούδε πολλά της Ελλάδος τω παλαιώ τρόπω νέμεται… το τε σιδηροφορείσθαι τούτοις της ηπειρώταις από της παλαιάς ληστείας εμμέμνηκεν.» (Βιβ.Ι,5)
(Παλιά και οι Έλληνες και οι βάρβαροι που κατοικούσαν στα παράλια ή στα νησιά, όταν άρχισαν να επικοινωνούν μεταξύ τους συχνότερα από την θάλασσα,   επιδόθηκαν στην ληστεία, έχοντας αρχηγούς ανθρώπους δυνατούς, που κινούνταν κι από το προσωπικό τους συμφέρον κι από την ανάγκη να εξασφαλίσουν τροφή για τους δικούς τους αδύνατους. Έπεφταν πάνω σε πόλεις που δεν προστατεύονταν από τείχη και αποτελούνταν από σκόρπιους οικισμούς και τις λεηλατούσαν, εξασφαλίζοντας μ΄αυτόν τον τρόπο τα απαραίτητα για τη ζωή. Γιατί αυτή την εποχή μια τέτοια δουλειά δεν έφερνε ντροπή σ΄όσους την έκαναν, αλλά, αντίθετα, κάποια δόξα. Αυτό γίνεται φανερό τόσο από το γεγονός πως ακόμα και σήμερα μερικοί στεριανοί περηφανεύονται για τα ληστρικά τους κατορθώματα, όσο κι από το γεγονός ότι στα έργα των παλιών ποιητών υπάρχουν στερεότυπες ερωτήσεις σ’ όσους με το καράβι τους φτάνουν σε κάποιο λιμάνι, αν είναι πειρατές, γιατί ούτε εκείνοι που ρωτιόνταν θεωρούσαν τη δουλειά αυτή ταπεινωτική, ούτε εκείνοι που έκαναν την ερώτηση τη θεωρούσαν ντροπιαστική. Αλλά και στη στεριά λήστευε ο ένας τον άλλο. Και μέχρι σήμερα σε πολλά μέρη της Ελλάδας συνεχίζουν τον παλιό τρόπο ζωής…. Η συνήθεια να οπλοφορούν οι στεριανοί αυτοί έχει μείνει από την παλιά εποχή της ληστείας.»  
Και συμπληρώνει:
«Και ουχ ήσσον λησταί ήσαν οι νησιώται. Κάρες τε όντες και Φοίνικες.» (Και δεν ήταν λιγότερο ληστές οι νησιώτες που ήταν Κάρες και Φοίνικες.) (Βιβ.Ι,8).

Εδώ παρουσιάζεται η αιτία που οι αυτόχθονες Κάρες και Πελασγοί αναγκάσθηκαν να εγκαταλείψουν τις εστίες τους και να μεταναστεύσουν, αλλά και μια μεγάλη ομάδα εποίκων που ήταν ληστές και πειρατές και η οποία παραβλέπεται από τους Νεοέλληνες. Συνέβη δηλαδή κάτι παρόμοιο με αυτό του εποικισμού της Αμερικής, όπου κατέφυγαν κάθε είδους τυχοδιώκτες και εγκληματίας και δημιούργησαν αυτό που έμεινε στην ιστορία της Αμερικής ως «Άγρια Δύση». Τα μικρά νησιά του Αιγαίου ήταν ένα ασφαλές καταφύγιο για τους πειρατές. Οι αδύναμοι αυτόχθονες ή εκδιώχθηκαν από τους νέους εποίκους, όπως οι Κάρες των Κυκλάδων από τον Μίνωα ή αναγκάζονταν να φύγουν για να μη γίνουν δούλοι αυτών των εποίκων. Το ίδιο και οι Πελασγοί.

Ο Ηρόδοτος γράφει: «Πελασγοί επείτε εκ της Αττικής υπό Αθηναίων εξεβλήθησαν, είτε ων δη δικαίως είτε αδίκως.» (Οι Πελασγοί εκδιώχθηκαν από την Αττική από τους Αθηναίους, είτε δικαίως, είτε αδίκως.) (Ιστ.ΣΤ’,137)
Ο Ηρόδοτος μας πληροφορεί, ότι ακόμα και στο βορειότερο νησί του Αιγαίου την Θάσο το κατοίκησαν Φοίνικες:
«Είδον δε και αυτός τα μέταλλα ταύτα, και μακρώ ην αυτών θωμασιώτατα τα οι Φοίνικες ανεύρον οι μετά Θάσου κτίσαντες ταύτην, ήτις νυν επί του Θάσου τούτου του Φοίνικος το ούνομα έσχε.» (Ιστ.ΣΤ’,47)
(Είδα και εγώ ο ίδιος τα μεταλλεία και από αυτά πολύ άξια θαυμασμού ήταν εκείνα που βρήκαν οι Φοίνικες που εποίκησαν το νησί, το οποίο τώρα από τον Θάσο αυτόν τον Φοίνικα έχει το όνομα).

Επιπλέον μας πληροφορεί ότι και στην στεριανή χώρα εγκαταστάθηκαν Φοίνικες. Γράφει, λοιπόν, για την Βοιωτία (Θήβα) (Ιστ.Ε.,58)
«Οι δε Φοίνικες ούτοι οι συν Κάδμω απικόμενοι, των ήσαν οι Γεφυραίοι, αλλά τε πολλά οικήσαντες ταύτην την χώρην εσήγαγον διδασκαλία ες τους Έλληνας και δη και γράμματα, ουκ εόντα πριν Έλλησι ως εμοί δοκέειν,… χρεόμενοι δε εφάτισαν, ώσπερ και το δίκαιον έφερε εσαγαγόντων Φοινίκων ες την Ελλάδα, Φοινικήια κεκλήσθαι.»
(Οι δε Φοίνικες αυτοί που ήρθαν με τον Κάδμο και από τους οποίους κατάγονταν οι Γεφυραίοι και κατοικήσαντες αυτή την χώρα και άλλες πολλές διδασκαλίες εισήγαγαν εις τους Έλληνες και μάλιστα τα γράμματα, τα οποία δεν υπήρχαν πρωτύτερα εις τους Έλληνες κατά την γνώμη μου,… Χρησιμοποιώντας δε αυτά, είπαν, όπως ήταν και δίκαιο, επειδή τα εισήγαγαν στην Ελλάδα Φοίνικες, να ονομάζονται Φοινικικά.»

Μεγάλο κύμα μετανάστευσης δημιουργήθηκε μετά το τέλος του 8ου και τις αρχές του 7ου π.Χ. αιώνα. Η Μέση Ανατολή κυριεύθηκε αρχικά από τους Ασσύριους και κατόπιν από τους Πέρσες. Οι πλούσιοι έμποροι, πλοιοκτήτες κλπ. κατέφυγαν στις αποικίες των νησιών και την μετέπειτα ονομασθείσα Ελλάδα, τα οποία ήταν φορολογικός παράδεισος, καθώς δεν υπήρχε κάποια ευρωπαϊκή αυτοκρατορία να τα ελέγχει. Ήταν κάτι σαν αυτό που λέμε σήμερα φορολογικός παράδεισος των υπεράκτιων εταιρειών (offshore), όπου έχουν κάνει τις έδρες τους πολλές εταιρείες για να αποφύγουν την φορολογία των ισχυρών κρατών. Τότε έγινε αυτό που οι Νεοέλληνες καταχρηστικά  ονόμασαν «Δεύτερος Ελληνικός αποικισμός», σε μια εποχή που δεν υπήρχε ακόμα η έννοια των Ελλήνων. Εκείνη την εποχή δημιουργήθηκε και το ισχυρότερο φοινικικό κράτος – πόλη της Καρχηδόνας. Όταν δημιουργήθηκαν τα  ισχυρά ευρωπαϊκά κράτη των Μακεδόνων και των Ρωμαίων, ο φορολογικός παράδεισος εκείνος καταργήθηκε και η περιοχή περιέπεσε σε οικονομική και πολιτισμική φτώχεια. Οι πλούσιοι και οι πολιτισμένοι της περιοχής μετακόμισαν στον άξονα Μέσης Ανατολής – Ιταλίας – Κωνσταντινούπολης.

Για τις θρησκείες των Ελλήνων ο Ηρόδοτος γράφει:
«Εγώ μεν νυν φημί Μελάμποδα … πυθόμενον απ’ Αιγύπτου άλλα τε πολλά εσηγήσασθαι Έλλησι και τα περί τον Διόνυσον, ολίγα αυτών παραλλάξαντα. … Πυθέσθαι δε μοι δοκέει μάλιστα Μελάμπους τα περί τον Διόνυσον παρά Κάδμου τε του Τύριου και των συν αυτώ εκ Φοινίκης απικομένων ες την Βοιωτία καλεομένην χώρην.» «Σχεδόν δε πάντων τα ουνόματα των θεών εξ Αιγύπτου ελήλυθε ες την Ελλάδα» (Ιστ.Β’,49-50).
(Εγώ λοιπόν λέω, ότι ο Μελάμπους … αφού έμαθε από την Αίγυπτο τα της λατρείας του Διονύσου και πολλά άλλα, τα εισήγαγε στους Έλληνες, με μικρές παραλλαγές…. Πιθανότερο μου φαίνεται, ότι ο Μελάμπους θα έμαθε τα της λατρείας του Διονύσου κατ’ εξοχήν από τον Τύριο Κάδμο και από εκείνους που ήρθαν μαζί του από την Φοινίκη στην ονομαζόμενη σήμερα Βοιωτία. - 50. Άλλωστε όλων σχεδόν τα ονόματα των θεών από την Αίγυπτο έχουν έρθει στην Ελλάδα.)
«Ταύτα μεν νυν και άλλα προς τούτοισι, τα εγώ φράσω, Έλληνες απ’ Αιγυπτίων νενομίκασι, του δε Ερμέω τα αγάλματα ορθά έχειν τα αιδοία ποιεύτες ουκ απ’ Αιγυπτίων μεμαθήκασι, αλλ’ υπό Πελασγών….» (Ιστ.Β’, 51)
(Αυτά λοιπόν τα έθιμα και άλλα επιπλέον, τα οποία θα αναφέρω, οι Έλληνες τα έχουν παραλάβει από τους Αιγυπτίους. Τα αγάλματα όμως του Ερμή που τα κατασκεύαζαν με όρθια αιδοία, δεν τα έχουν διδαχθεί από τους Αιγυπτίους, αλλά από τους Πελασγούς…)
« Ηρακλέος…. Και μεν ότι γε ου παρ’ Ελλήνων έλαβον το ούνομα Αιγύπτιοια, αλλ’ Έλληνες μάλλον παρ’ Αιγυπτίων,… πολλά μοι και άλλα τεκμήρια έστι τούτο ούτω έχειν, εν δε και τόδε, ότι τε του Ηρακλέος τούτου οι γονέες αμφότεροι ήσαν Αμφιτρύων και Αλκμήνη γεγονότες το ανέκαθεν απ’ Αιγύπτου…  Αλλά τις αρχαίος εστί θεός  Αιγυπτίοισι Ηρακλέης…» (Ιστ.Β’, 43)
( Και ότι οι Αιγύπτιοι δεν πήραν βέβαια το πρόσωπο του Ηρακλή από τους Έλληνες, αλλά μάλλον οι Έλληνες το πήραν από τους Αιγυπτίους… Αλλά ο Ηρακλής είναι ένας παλιός θεός των Αιγυπτίων,…)
«Απικόμην δε και ες Θάσον, εν τη εύρον ιερόν ιρόν Ηρακλέος υπό Φοινίκων ιδρυμένον,… κσι ταύτα και πέντε γενεήσι ανδρών πρότερα εστί ή τον Αμφιτρύωνος Ηρακλέα εν τη Ελλάδι γενέσθαι.» (Ιστ.Β’,44)
(Πήγα επίσης στην Θάσο όπου βρήκα ναό του Ηρακλή κτισμένο από τους Φοίνικες… και αυτά προηγούνται από την γέννηση του Ηρακλή γιού του Αμφιτρύωνα κατά πέντε γενεές ανθρώπων.)
«Αμφικτυόνων δε μισθοσάντων τον Δελφοίσι νυν εόντα ναόν…Πλανώμενοι δε οι Δελφοί περί τας πόλεις εδωτίζαντο, ποιούντες δε ταύτο ουκ ελάχιστον εξ Αιγύπτου ηνείκαντο, Άμασις μεν γαρ σφι έδωκε χίλια στυπτηρίης τάλαντα…» (Ιστ.Β’, 180)
(Όταν δε οι Αμφιτρύωνες εμίσθωσαν την κατασκευή του ναού που υπάρχει σήμερα στους Δελφούς… Ενώ δε οι Δελφοί πλανόμενοι από πόλη σε πόλη μάζευαν συνδρομές, πήραν από την Αίγυπτο τα μεγαλύτερα ποσά, διότι ο Άμασις [φαραώ της Αιγύπτου] έδωσε χίλια Τάλαντα στυπτηρίας…)
Αναφέρει επίσης, ότι το μαντείο της Δωδώνης το ίδρυσε μια ιέρεια, που μετέφεραν στην περιοχή από την Θήβα της Αιγύπτου οι Φοίνικες.(Ιστ.Β’, 54)


Από αυτά συμπεραίνεται ότι οι θρησκευτικές πεποιθήσεις των Ελλήνων, αλλά και τα γράμματα και άλλες διδασκαλίες, ήταν μείγμα του Ανατολίτικου μυστικιστικού πολιτισμού με τον Πελασγικό (Ευρωπαϊκό) ρεαλισμό. Αλλά και το όνομα Έλληνες το πιθανότερο είναι να το πήραν από τον ανώτερο θεό των Φοινίκων, Χαναναίων κ.α., που ονομάζονταν Έλ. Οι Νεοέλληνες, όμως, αποφεύγουν αυτή την πιθανότερη εκδοχή, για να μη φαίνεται ότι οι Έλληνες ήρθαν από την Μέση Ανατολή και καταφεύγουν σε εκδοχές τραβηγμένες από τα μαλλιά. Υποστηρίζουν ότι το όνομα προήλθε από τα τοπικά τοπωνύμια Ελλούς ή Ελλοπία, για να δείχνουν εντοπιότητα εκείνων των Ελλήνων.


Στα μεγάλα νησιά, όπως η Κρήτη και η Πελοπόννησος, και στην στεριά εγκαταστάθηκαν ηγεμόνες όπως ο Μίνωας, ο Δαναός, ο Κάδμος κ.α. Γι αυτούς τους ηγεμόνες αυτούς γράφει ο Ηρόδοτος
«53…από δε Δανάης της Ακρισίαου καταλεγόντι τους άνω αεί πατέρας αυτών φαινοίατο αν εόντες οι των Δωριέων ηγεμόνες Αιγύπτιοι ιθαγενέες.» (Ιστ. ΣΤ’,παρ. 53,54,55):
54. Ταύτα μεν νυν κατά Έλληνες λέγουσι γεγενεηλόγηται, ως δε ο παραρά Περσέων λόγος λέγεται, αυτός ο Περσεύς, εών Ασσύριος, εγένετο Έλλην, αλλ’ ουκ οι Περσέος πρόγονοι, τους δε Ακρισίου γε πατέρας ομολογεόντως κατ’ οικηιότητα Περσέι ουδέν, τούτους είναι, κατά περ Έλληνες λέγουσι, Αιγυπτίους.
55…. Ότι δε εόντες Αιγύπτιοι, και ότι αποδεξάμενοι έλαβον τας Δωριέων βασιληίας, άλλοισι γαρ περί αυτών είρηται, εάσομεν αυτά,…»
(53… εάν απαριθμήσει κανείς τους εκάστοτε προγόνους αυτών των βασιλέων θα φανεί ότι οι ηγεμόνες των Δωριέων ήταν εντόπιοι Αιγύπτιοι.
54. Αυτή είναι η γενεαλογία τους σύμφωνα με όσα λένε οι Έλληνες, όπως δε λένε οι Πέρσες, ο Περσέας αυτός που ήταν Ασσύριος έγινε Έλληνας, όχι όμως και οι πρόγονοι του Περσέα. Οι δε προπάτορες του Ακρισίου, οι οποίοι δεν έχουν καμιά συγγένεια με τον Περσέα, αυτοί ήταν, όπως λένε οι Έλληνες, Αιγύπτιοι.
55. … Για ποιόν όμως λόγο, αν και ήσαν Αιγύπτιοι, πήραν την βασιλεία των Δωριέων, και για ποιες πράξεις τους την πήραν, εμείς θα τα αφήσουμε αυτά,…)

Ο λόγος που βασιλείς των Δωριέων ήταν Αιγύπτιοι, φαίνεται καθαρά στην ιστορία της Αιγύπτου και γενικότερα της Μέσης Ανατολής. Μέχρι το τέλος της δεύτερης χιλιετίας π.Χ. η Αίγυπτος εξουσίαζε όλη την Μέση Ανατολή και την βορειοανατολική Αφρική μέχρι την Λιβύη. Η Κρήτη και η Πελοπόννησος βρίσκονται ακριβώς πάνω από την Λιβύη. Ήταν φυσικό επόμενο, λοιπόν, η Αίγυπτος να εγκατέστησε εκεί κάποιους υποτελείς της ηγεμόνες με φρουρές για να ελέγχουν το εμπόριο και τις θαλάσσιες συγκοινωνίες της Μεσογείου. Είναι προφανές ότι επειδή ο πρώτος Αιγύπτιος ηγεμόνας (βασιλιάς) ονομάζονταν Δαναός και οι ακόλουθοί του και οι απόγονοί τους ονομάστηκαν Δαναοί. Ήταν φυσικό επόμενο και οι επόμενοι ηγεμόνες να διορίζονται από το καθεστώς της Αιγύπτου.

 Στην Ιλιάδα (8ος μ.Χ. αιώνας) από τον Όμηρο, κατά τον Τρωικό Πόλεμο (12ος π.Χ αιώνας) οι επιτιθέμενοι ονομάζονται Δαναοί ή με το όνομα της πόλης τους. Περί τα τέλη της 2ης π.Χ. χιλιετίας, όμως, η Αίγυπτος παρήκμασε και οι χώρες που εξουσίαζε αυτονομήθηκαν. Μαζί τους αυτονομήθηκαν και οι αποικίες των Μεσανατολιτών εποίκων στην Κρήτη, την Πελοπόννησο και τα άλλα νησιά του Αιγαίου. Πέρασαν στον έλεγχο των τοπικών ηγεμόνων και των εμπόρων, πλοιοκτητών (εφοπλιστών), μισθοφόρων και πειρατών της περιοχής. Ήταν φυσικό επόμενο πλέον και η εξουσία να σταματήσει να πηγάζει από την Αίγυπτο και οι βασιλιάδες να μην είναι μόνο Αιγύπτιοι, αλλά από όλες τις φυλετικές ομάδες των Μεσανατολιτών εποίκων.
Έλληνες την εποχή του Τρωικού Πολέμου ονομάζονταν μόνο οι πολεμιστές που ακολούθησαν τον Αχιλλέα στην επιδρομή κατά της Τροίας. Το όνομα Ελλάς το είχε μια μικρή πόλη της Φθιώτιδας βορειοανατολικά της σημερινής Λαμίας. Η Ιλιάδα του Ομήρου, που ήταν το δημοφιλέστερο ποιήματα της αρχαιότητας, παρουσίαζε τον Αχιλλέα ως ημίθεο και τους πολεμιστές του ως τους καλύτερους μεταξύ εκείνων που συμμετείχαν στην εκστρατεία κατά της Τροίας. Έτσι όλο και περισσότεροι ήθελαν να παρουσιάζονται ως απόγονοι εκείνων των Ελλήνων.

Γράφει ο Θουκυδίδης τον 5ο αιώνα μ.Χ.:
«…Έλληνος δε και των παίδων αυτού εν τη Φθιώτιδι ισχυσάντων, και επαγόμενων αυτούς επ’ ωφελία ες τας άλλας πόλεις, καθ’ εκάστους μεν ήδη τη ομιλία μάλλον Έλληνας, ου μέντοι πολλού γε χρόνου και άπασιν εκνικήσαι. Τεκμηριοί δε μάλιστα Όμηρος πολλώ γαρ ύστερον έτι και των Τρωικών γενόμενος ουδαμού τους ξύμπαντας ωνόμασεν, ουδ’ άλλους ή τους μετ’ Αχιλλέως εκ της Φθιώτιδος, οίπερ και πρώτοι Έλληνες ήσαν, Δαναούς δε εν τοις έπεσι και Αργείους και Αχαιούς ανακαλεί…. Οί δ’ ουν ως έκαστοι Έλληνες κατά πόλεις τε όσοι αλλήλων ξυνίεσαν και ξύμπαντες ύστερον κληθέντες ουδέν προ των Τρωικών δι’ ασθένειαν και αμειξίαν αλλήλων αθρόοι έπραξαν.» (Βιβ.Ι,3)
(Από την εποχή όμως που ο Έλληνας [μυθικός γεννήτορας των Ελλήνων] και οι γιοί του απόκτησαν δύναμη στην Φθιώτιδα και οι άλλες πόλεις άρχισαν να τους ζητούν βοήθεια, όλο και περισσότεροι, εξαιτίας της σχέσης αυτής, λέγονταν πια μεταξύ τους Έλληνες, πέρασε ωστόσο πολύς καιρός ώσπου το όνομα αυτό να επικρατήσει γενικότερα. Το καλύτερο τεκμήριο γι’ αυτό το δίνει ο Όμηρος, επειδή, αν και έζησε πολύ αργότερα από τον Τρωικό [8ο π.Χ. αιώνα], πουθενά δεν χρησιμοποιεί αυτό το όνομα για όλους, αλλά μόνο για εκείνους που από την Φθιώτιδα είχαν ακολουθήσει τον Αχιλλέα, οι οποίοι ήταν και οι πρώτοι Έλληνες. Τους αποκαλεί στα έπη του Δαναούς, Αργείους, και Αχαιούς. … Οπωσδήποτε όσοι διαδοχικά ονομάστηκαν Έλληνες, … δεν έκαναν, πριν από τα Τρωικά, καμιά κοινή επιχείρηση από αδυναμία και έλλειψη σχέσεων μεταξύ τους.)

Την εκστρατεία κατά της Τροίας την έκαναν οι μεσανατολίτες αποικιοκράτες για να εξουδετερώσουν τον ισχυρότερο ανταγωνιστή τους, που εξουσίαζε το πέρασμα μεταξύ Αιγαίου και Μαύρης θάλασσας. Ως σύμμαχοι της Τροίας αναφέρονται οι Θεσσαλοί (Πελασγοί της Λάρισας), οι Παίονες της Μακεδονίας (κοιλάδα Αξιού), οι Θράκες και οι λαοί της δυτικής Μικράς Ασίας. Ούτε ένας ευρωπαϊκός λαός δεν ήταν σύμμαχος των Δαναών. Ήταν μια σύγκρουση των αυτοχθόνων με τους Αφρικανο-Ασιάτες αποικιοκράτες. Νίκησαν οι εμπειροπόλεμοι, πλουσιότεροι και καλύτερα εξοπλισμένοι εισβολείς και επικράτησαν σε όλη την ανατολική Μεσόγειο και τη Μαύρη θάλασσα. Οι Νεοέλληνες είναι υπέρ των εισβολέων, γιατί εκείνοι ως νικητές έγραψαν την ιστορία όπως ήθελαν και φαντάζουν πιο ένδοξοι. Ο γιός του ηγεμόνα της Τροίας αναφέρεται από τον Όμηρο και τον Ηρόδοτος ως Αλέξανδρος. Οι νεοελληνιστές χρησιμοποιούν μόνο το όνομα Πάρις, για να μη φαίνεται ότι ο Αλέξανδρος είναι όνομα των «βαρβάρων» αντιπάλων των Ελλήνων.

Το γεγονός ότι όλο και περισσότεροι έποικοι αποκαλούνταν μεταξύ τους Έλληνες, προσπάθησε να το αξιοποιήσει το κράτος των Αθηνών. Κατά την εισβολή των Περσών στην Ελλάδα στις αρχές του 5ου αιών π.Χ. οι Αθηναίοι είχαν ελάχιστους συμμάχους μεταξύ των «ελληνικών» αποικιών. Οι πόλεις της Μ.Ασίας (Ίωνες) και η Κύπρος συμμετείχαν στο πλευρό των Περσών, οι πόλεις της κάτω Ιταλίας αρνήθηκαν να στείλουν βοήθεια και πολλές από τις πόλεις της Ελλάδας (Θήβα, Άργος κλπ.) συνθηκολόγησαν με τους Πέρσες. Οι αρχικές τους πατρίδες Αίγυπτος, Φοινίκη και όλες οι άλλες χώρες της Μέσης Ανατολής είχαν υποδουλωθεί στους Πέρσες. Οι Αθηναίοι διαπίστωσαν, ότι αν δεν ένωναν όλες τις αυτόνομες πόλεις- κράτη, δύσκολα θα κρατούσαν την αυτονομία τους.  Έτσι προώθησαν την ιδέα πρώτον της κοινής καταγωγής και δεύτερον της εντοπιότητας. Ως εθνικό όνομα ασφαλώς προκρίθηκε το Έλληνες, επειδή ήταν ευρύτερα αποδεκτό και ελκυστικό. Το ίδιο φαινόμενο πραγματοποιήθηκε πρόσφατα, όπου λόγω της αίγλης και της δόξας των αρχαίων Ελλήνων, διάφοροι αλλογενείς πληθυσμοί άρχισαν από τα τέλη του 18ου αιώνα να αποκαλούνται Έλληνες. Όλες οι ιστορικές πηγές και η πραγματικότητα λένε ότι οι Έλληνες ουδέποτε ήταν ένας λαός, ένα έθνος, μια χώρα. Ήταν ένα σύνολο αποικιών - αυτόνομων πόλεων – κρατών, δημιούργημα κυρίως Αιγυπτίων και Φοινίκων ηγεμόνων, πειρατών, μισθοφόρων, εμπόρων και πλοιοκτητών, πλαισιωμένων με βοηθητικά επαγγέλματα και δούλους, με καταγωγή από όλες τις εθνότητες της Μέσης Ανατολής και της βορειανατολικής Αφρικής. Ήταν ένα πολυεθνικό συνονθύλευμα εποίκων παρόμοιο με το Αμερικανικό έθνος, που είναι πολυεθνικό συνονθύλευμα κυρίως ευρωπαϊκών εθνοτήτων. Οι Αμερικάνοι αυτοαποκαλούνται Αμερικάνικο έθνος, γιατί ενώθηκαν σε ένα κράτος, σε μια χώρα, με κοινή ιστορική πορεία τουλάχιστον τριών αιώνων. Οι έποικοι, όμως, που εγκαταστάθηκαν στην μετέπειτα λεγόμενη Ελλάδα, ουδέποτε ενώθηκαν σε ένα κράτος και μια χώρα και ουδέποτε ενώθηκαν για να αποτελέσουν έναν λαό. Επειδή, όμως, κατά τον 5ο π.Χ. αιώνα είχε επικρατήσει σε μεγάλο βαθμό η ονομασία Έλληνες και τα περισσότερα συγγράμματα γράφηκαν εκείνη την εποχή, δημιουργείται σήμερα η λαθεμένη εντύπωση ότι οι λεγόμενοι Έλληνες ήταν ένας λαός ή έθνος, όπως το εννοούμε σήμερα. Αυτοί είναι και οι λόγοι που αυτή η ονομασία δεν καθιερώθηκε ουδέποτε διεθνώς και μετά την κατάλυση της αυτονομίας των ελληνικών πόλεων και την αφαίρεση από αυτούς του ελέγχου του εμπορίου και των θαλασσίων μεταφορών, από τους Μακεδόνες αρχικά και μετά από τους Ρωμαίους, εγκαταλείφθηκε η ιδέα της κοινής ελληνικής καταγωγής. Στους επόμενους αιώνες, μέχρι τον 18ο, κανείς δεν χαρακτηρίζονταν Έλληνας ως προς την καταγωγή. Η έννοια Έλληνας ήταν μόνο πολιτισμική και θρησκευτική (ειδωλολάτρες).

Οι Ευρωπαίοι και κυρίως οι Βαλκάνιοι, που ήρθαν πρώτοι σε επαφή με αυτούς τους εποίκους, τους αποκαλούσαν Γκρεκούς. Η ονομασία πιθανότατα προέρχεται από το ρήμα γκρέε, που στα Μακεδονικά και άλλες Θρακικές διαλέκτους σημαίνει φωτίζει – καίει και αποδίδεται στον ήλιο. Έτσι Γρέεκ είναι ο ηλιοκαμένος, που στον πληθυντικό είναι Γκρέεκοι ή Γκρέεκτσι – Γκρ΄τσι. Εκείνοι οι έποικοι ήταν όντως πιο μελαμψοί – ηλιοκαμένοι. Κάτι ανάλογο δηλαδή με το «Ερυθρόδερμοι», με το οποίο κατονόμαζαν οι Ευρωπαίοι έποικοι τους αυτόχθονες της Αμερικής. Ακόμα και σήμερα όλοι τους αποκαλούν Γκρεκούς ή θρακικά Γκρ’τσοι.

Φεβρουάριος 2020   -   Τραϊανός Πασόης