Παρασκευή 27 Μαρτίου 2020

Ο Άγιος Ιλαρίων και οι Μπογκομίλοι της Αλμωπίας



Στη βόρεια πλευρά της Αλμωπίας, μεταξύ Προμάχων (Μπάοβο) και Γαρεφίου (Τσαρνέσοβο) , την δεκαετία του 1990 δημιουργήθηκε ένα μοναστήρι προς τιμή του Αγίου Ιλαρίωνα.  Αυτός ο Ιλαρίων τοποθετήθηκε στις αρχές του 12ου αιώνα επίσκοπος Μογλενών, σημερινής Αλμωπίας, από την Αρχιεπισκοπή Οχρίδας, με σκοπό να καταστείλει το κίνημα των Μπογκομίλων, που είχε αναπτυχθεί στην επαρχία αυτή. 

Οι Μπογκομίλοι (ελληνικά Βογόμιλοι) ήταν πολιτικοθρησκευτικό χριστιανικό δόγμα το οποίο το πατριαρχείο είχε χαρακτηρίσει ως αίρεση. Για τον αγώνα του Ιλαρίωνα κατά αυτού του δόγματος, τον χαρακτήρισαν  «Άγιο» και έκαναν προς τιμήν του το μοναστήρι. Αυτός είχε ξεχαστεί τελείως και τον ανέσυραν από το χρονοντούλαπο της ιστορίας λόγω της αναζωπύρωσης του Μακεδονικού και της εμφάνισης στην Αλμωπία της ΜΑ.ΚΙ.Β.Ε. (Μακεδονική Κίνηση Βαλκανικής Ευημερίας) και του κόμματος «Ουράνιο Τόξο». Ξύπνησε στους «πατέρες» εφιαλτικές μνήμες επαναστατικής δράσης των Μακεδόνων κατά το παρελθόν.

Το 1996 έκαναν προς τιμήν του και μια ειδική ακολουθία, η οποία εγκρίθηκε από την Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας της Ελλάδας. Το 1998 η ακολουθία μαζί με το βιογραφικό του Αγίου κυκλοφόρησαν σε βιβλίο που διανέμονταν δωρεών. Η ακολουθία αναφέρεται στο μεγαλύτερο μέρος της στους Μπογκομίλους. Αρχίζει ως εξής:

«Φωτί Ιλαρίων αυγασθείς, του Χριστού τα δόγματα, εν Μογλενοίς υπερήσπισας και το δυσώνυμον, Βογομίλων όχλον, ως ποιμήν πανάριστος, προς την αληθινήν επανήγαγες […] θείαν μάνδραν αξιάγαστε, του Κυρίου σχεδάσας την αίρεσιν». Άλλες φράσεις που περιέχει είναι: «δεινή κακοδοξία, […] τα σκότη αυγάζοντα Βογομίλων τα δεινά, […] τα θυμοφόρα θηρία των Βογομίλων εστηλίτευσε, […] γαυρίαμα το άνομο, Βογομίλων πανεύημε, και τα πρόβατα, απολωλότα εκ ζάλης, επανήγαγες επί την μάνδραν Κυρίου, […] ποντίζεις Βογομίλων τα στίφη. […] Χαίρε ο πλήξας τους Βογομίλους.»

Την Ακολουθία και την βιογραφία έγραψε ο σημερινός μητροπολίτης Πέλλας και Μογλενών Ιωήλ. Γράφει ότι,
 «Είναι δαιμονική κατάσταση η αίρεση […] και οι αιρετικοί άγρια θηρία…»

Τον πρόλογο του βιβλίου έχει κάνει ο τότε μητροπολίτης Χρυσόστομος, όπου γράφει: «Οι αιρετικοί έχουν το νόημα του Σατανά. […] η αίρεση είναι χειρότερη κι από την πορνεία ακόμη. Όλες οι αμαρτίες δε χωρίζουν τον άνθρωπο από το  Θεό, ενώ η αίρεση τον απομακρύνει». Δηλαδή, όλες οι αμαρτίες, όπως κλοπή, ψέμα, συκοφαντία, φόνος, πορνεία κλπ. συγχωρούνται από το Θεό. Δεν συγχωρείται το να φύγεις από την δική τους «μάνδρα».

Ο μητροπολίτης Ιωήλ γράφει για την καταγωγή του Αγίου Ιλαρίωνα:
«Επειδή όμως πολλοί ξένοι αποκαλούσαν τον όσιο Ιλαρίωνα ιδιαίτερα «Σλάβο», ξεχωρίζοντάς τον άσκοπα, από τον ενιαίο κορμό της Ρωμιοσύνης. […]  να τονίσουμε εδώ την  ευγενή καταγωγή και την ανώτερη τάξη των γονέων του Αγίου, στοιχείο που βεβαιώνει ότι ανήκαν στο στρώμα των παλαιών Ελλήνων, […] πως οι γονείς του ήσαν επιφανείς τόσο κατά το γένος όσο κατά τον πλούτο και την ευσέβεια.»

Ο Θεός του «ποιμενάρχη» Ιωήλ του επιτρέπει να ξεχωρίζει τους ανθρώπους σε ευγενείς, επιφανείς κατά το γένος και τον πλούτο, που αυτομάτως είναι Έλληνες και σε παρακατιανούς. Στα κηρύγματά του, όμως μιλάει για ταπεινοφροσύνη και ισότητα. Οι Μακεδόνες, τους οποίους χαρακτηρίζουν ως «Σλάβους», είναι αυτομάτως κατώτεροι και δεν θα μπορούσαν να γίνουν μητροπολίτες. Πριν μερικά χρόνια φίλος παπάς μου έλεγε, πως στο νομά Πέλλας οι παπάδες μακεδονικής καταγωγής είναι περίπου το 10% του συνόλου, ενώ έπρεπε να είναι τουλάχιστον 50%. Σε όλη τη Μακεδονία δεν υπάρχει ούτε ένας μητροπολίτης μακεδονικής καταγωγής. Η δικαιοσύνη την οποία διακηρύττουν αυτοί οι «ποιμενάρχες», στην πράξη δεν την τηρούν. Είναι ακραίοι ρατσιστές. Στην επαρχία Μογλενών (Αλμωπίας σήμερα) εκείνη την εποχή δεν υπήρχε ούτε ένα ελληνόφωνο χωριό. Ο Ιλαρίωνας για να διοριστεί εδώ επίσκοπος, προφανώς ήξερε καλά την Μακεδονική γλώσσα. Αλλά και η Οχρίδα από την περιοχή της οποίας ήρθε, δείχνει ότι ήταν μακεδονικής καταγωγής.

Τα λείψανα του επισκόπου Ιλαρίωνα οι Βούλγαροι στο τέλος του 12ου αιώνα τα μετέφεραν στην έδρα της Αρχιεπισκοπής τους στο Τίρνοβο της Βουλγαρίας, για να δείξουν ότι είναι δικός τους και όχι στην Οχρίδα, η Αρχιεπισκοπή της οποίας τον είχε διορίσει επίσκοπο Μογλενών. Είναι ένα καλό παράδειγμα, που δείχνει πώς χρησιμοποιείται η θρησκεία για την εξυπηρέτηση πολιτικών σκοπιμοτήτων.

Γράφουν επίσης ότι έκαμνε και θαύματα. Θεράπευε αρρώστους και μια χρονιά που παρατηρήθηκε έλλειψη σιταριού, γέμισε με θαυματουργό τρόπο τις αποθήκες με σιτάρι. Τώρα, πώς γίνεται να μας λένε, ότι τόσοι πολλοί δεσποτάδες κατά το παρελθόν έκαμναν θαύματα και οι σημερινοί δεν μπορούν να κάνουν ούτε ένα, δεν μπορώ να καταλάβω. Με θαύμα, για παράδειγμα, θα μπορούσαν να σταματήσουν τον κορονοϊό. Σε ένα μοναστήρι στο Άγιο Όρος είπαν ότι έκαναν δέηση για τον κορονοϊό, αλλά ο θεός δεν την άκουσε. Ας κάνουν κι άλλες, μπας και φανεί ότι ο θεός νοιάζεται πράγματι για το ποίμνιό του.

Ο τότε μητροπολίτης Πέλλας Χρυσόστομος στόλισε καλά και τους Μακεδόνες ακτιβιστές της περιοχής. Το ημερολόγιο τσέπης που κυκλοφόρησε η επισκοπή για το έτος 1995, είχε είκοσι σελίδες με αντιμακεδονικό περιεχόμενο. Δύο από αυτές αναφέρονταν στους πρωτεργάτες της ΜΑ.ΚΙ.Β.Ε και του Ουράνιου Τόξου και ενημέρωναν τους πιστούς ότι,
 «ορισμένοι απληροφόρητοι και κρυψίνοες Σκοπιανοί πράκτορες, έχοντες ή επιδιώκοντες ειδικά συμφέροντα και μυστικά ανταλλάγματα, ασκούν με δόλο και απάτη, αθέμιτη ανθελληνική και αντεθνική προπαγάνδα…».
Ασκούν συστηματική λασπολογία και συκοφαντία, παρόμοια με εκείνη κατά των Μπογκομίλων, με τις συνδρομές των αφελών πιστών. Οι πραγματικοί χριστιανοί δεν ανακατεύουν τη θρησκεία με  πολιτικά ζητήματα και είναι πάνω από έθνη και δόγματα.

Το δόγμα των Μπογκομίλων

«Καταγγέλλουν τους πλούσιους. Απεχθάνονται τον Τσάρο, γελοιοποιούν τους ανώτερους, καταδικάζουν τους ευγενείς κι απαγορεύουν τους δούλους να υπακούν στους κυρίους τους».
                       Κοσμάς ο Ιερέας, Κατά των Βογομίλων

«Μπόγκα» στα Μακεδονικά και άλλες θρακικές διαλέκτους σημαίνει Θεός και «μίλοι» σημαίνει αγαπητοί . Οι Μπογκομίλοι, επομένως, ήταν οι Θεαγάπητοι. Έτσι θα τους ονόμαζαν αν το μετέφραζαν σωστά στα ελληνικά και όχι Βογόμιλους. Δεν  το έκαναν, όμως, γιατί δεν θα μπορούσαν να στρέψουν τους πιστούς κατά των «Θεοφίλων».  Για τον ίδιο λόγο δηλαδή, που παρουσίαζαν τους Μακεδόνες ως Βούλγαρους, για να μπορούν να έχουν στήριξη στην αντιμακεδονική τους δράση.

Το δόγμα των Μπογκομίλων ήταν θρησκευτικό, αλλά είχε και πολιτικά χαρακτηριστικά. Αναπτύχθηκε από τον 10ο αιώνα και μετά στη Μακεδονία και τη Θράκη και στη συνέχεια διαδόθηκε σε όλα τα Βαλκάνια. Θεωρείται επηρεασμένο από τους Παυλικιανούς , που είχαν δράσει στη Μ.Ασία τους προηγούμενους δυο αιώνες. Οι Μπογκομίλοι αμφισβητούσαν την «εκ θεού» εξουσία των ηγεμόνων και των δεσποτάδων. Υποστήριζαν ότι όλοι οι άνθρωποι είναι ίσοι απέναντι στο Θεό και ότι από τον Θεό δεν πηγάζει καμία εξουσία ανθρώπων πάνω σε ανθρώπους. Η γη ανήκει σε όλους και όχι στους ηγεμόνες και τους φεουδάρχες. Κατέκριναν τους αυτοκρατορικούς δεσποτάδες ως ειδωλολάτρες και καταχραστές της θεοφοβίας και ότι χρησιμοποιούν την θρησκεία για να ασκούν κοσμική εξουσία και να ωφελούνται από αυτήν. Την λατρεία των εικόνων την χαρακτήριζαν ειδωλολατρεία. Απέρριπταν, επίσης, τις τελετές, την ιεροσύνη, το βάπτισμα, τις ευχαριστίες. Υποστήριζαν ότι αυτές ανταποκρίνονται σε ανθρώπινες αδυναμίες και δεν επιτρέπεται να αποδίδονται στον θεό ανθρώπινες αδυναμίες. Εξάλλου, ο θεός δείχνει με τρόπο αναμφισβήτητο, ότι δεν τα λαμβάνει αυτά υπόψη ούτε στο ελάχιστο. Έλεγαν ότι οι θεός δεν έχει μεσάζοντες πάνω στη γη και ότι οι πατριαρχικοί έχουν ξεφύγει τελείως από τον πραγματικό Χριστιανισμό.

Οι ίδιοι τους άρχισαν να ζουν και να συμπεριφέρονται σαν τους χριστιανούς των πρωτοχριστιανικών χρόνων και να καθιερώνουν παρόμοιους κοινοβιακούς θεσμούς. Έκαμναν συνάξεις τα βράδια, όπου συζητούσαν θεολογικά και φιλοσοφικά ζητήματα. Διάβαζαν τα Ευαγγέλια, αλλά έφτιαχναν και δικούς τους διδακτικούς μύθους και παραβολές. Οι περισσότερες ήταν σε σχέση με την πάλη του Καλού (Χριστός) και του Κακού (Διάβολος). Την Παλαιά Διαθήκη την απέρριπταν. Υπερασπίζονταν την ισότητα της γυναίκας και το δικαίωμα στον έρωτα, πράγμα πολύ πρωτοποριακό για την εποχή εκείνη και καταδικαστέο από την Αυτοκρατορική Εκκλησία. Χαρακτηριστικό είναι το ποίημα από την λειτουργία των Καθαρών, που είναι η προέκταση των Μπογκομίλων στην Προβηγκία: «Άντρες, ας αγαπήσουμε τις γυναίκες μας – και τα σώματά μας ν’ αγαπήσουν τις ψυχές τους – με τέτοιο τρόπο, που οι  γυναίκες – να γίνουν ίσες με τους άντρες – και τα σώματα να γίνουν ψυχές – και το φύλο να μη σημαίνει διαφορά». Τα σημερινά έθιμα γυναικοκρατίας σε Μακεδονία και Θράκη είναι κατάλοιπα των Μπογκομίλων.

Είχαν δημιουργήσει κοινοβιακές κοινότητες, κατά τα πρότυπα των πρώτων χριστιανών. Εκεί ο καθένας προσέφερε ανάλογα με τις δυνατότητές του, για να καλύπτονται και οι ανάγκες των αδυνάτων. Σπίτια για τις οικογένειες έφτιαχναν από κοινού, όπως και στάβλους, αποθήκες, δρόμους, υδραγωγεία κλπ. Δημιουργούσαν δηλαδή μια κοινωνία αλληλεγγύης. Κατάλοιπο εκείνων των εθίμων ήταν η Ζάντρουγκα, που υπήρχε στη Μακεδονία μέχρι τα μέσα του περασμένου αιώνα. Ζα στα μακεδονικά σημαίνει για και ντρουγκ σημαίνει άλλος. Ζάντρουγκα, δηλαδή, σημαίνει για τον άλλον. Με μια λέξη θα το λέγαμε αλληλεγγύη. Ήταν η πλατιά οικογένεια των συγγενών της οποίας αρχηγός ήταν ο Ντέντος (παππούς). Μέχρι τη δεκαετία του 1960, για να χτιστεί ένα καινούριο σπίτι στα χωριά μας, μαζεύονταν οι συγγενείς και οι γείτονες και το έχτιζαν.

Οι Μπογκομίλοι διοργάνωναν συχνά γιορτές με κοινά γεύματα για όλους, όπου τραγουδούσαν, χόρευαν γύρω από φωτιές με συνοδεία γκάϊντας και φλογέρας, διοργάνωναν παραστάσεις ή μεταμφιέζονταν, ασκούνταν στην πυροβασία και άλλες παραδοσιακές εκδηλώσεις διονυσιακού και βακχικού τύπου. Η σάτιρα ήταν χαρακτηριστικό στοιχείο των Μπογκομίλων. Σατίριζαν τους εαυτούς τους, τους γείτονες, αλλά και την πολιτική και θρησκευτική ηγεσία. Συνήθιζαν να μεταμφιέζονται με φανταχτερές στολές, όπως οι βασιλιάδες, οι πρίγκιπες, οι αξιωματούχοι  και οι δεσποτάδες και να τους μιμούνται με περιπαικτικό τρόπο. Το αυτοκρατορικό πατριαρχείο απαγόρευε τέτοιες εκδηλώσεις και τις χαρακτήριζε σατανικές και ελληνικές. Γιορτάζουν «Ελληνικώ τω τρόπο», έλεγαν. Ελληνικές σήμαινε ειδωλολατρικές. Όποια λαϊκή εκδήλωση συμβάλλει στην ψυχική ανάκαμψη και εκτόνωση, χωρίς να κάνει κακό σε άλλους, είναι από το Θεό, γιατί αυτός έκανε έτσι τους ανθρώπους.

Κατάλοιπα εκείνων των εθίμων είναι το άναμμα φωτιάς στα ντόπια χωριά τα Χριστούγεννα και την Πρωτοχρονιά, τα καρναβάλια, τα ραγκουτσάρια, η πυροβασία κυρίως στη Θράκη (ελληνική και βουλγαρική), το Κορμπάνι κλπ. Κορμπάνι λέγονταν το κοινό ταμείο. Έχει μεταφερθεί και στην ελληνική γλώσσα ως Κορβανάς (π.χ. κρατικός κορβανάς είναι το δημόσιο ταμείο). Το έθιμο Κορμπάνι στη σημερινή Μακεδονία γίνεται μόνο στην γιορτή του Αγίου Αθανασίου ή σε κάποια άλλη γιορτή και έχει περιοριστεί στο μοίρασμα κρέατος ή και άλλων αγαθών στους πιστούς.

Ο Μπογκομιλισμός διαδόθηκε σε όλη την Βαλκανική και κατόπιν στη βόρει Ιταλία, την Γαλλία και αλλού. Εκεί βέβαια έπαιρνε τοπικά ονόματα, όπως Καθαροί, Πουμπικάνοι, Αλβιγίνοι, Μπουλγκάροι κλπ. Το Μπουλγκάροι το πήραν από τους Βυζαντινούς, που το χρησιμοποιούσαν για να μειώσουν τους Μπογκομίλους. Τους έλεγαν και Τουρμπέσηδες, επειδή οι διδάσκαλοι κυκλοφορούσαν με ένα τορβά ή Παταρίνους. Πατ στα μακεδονικά είναι ο δρόμος και παταρίνοι ήταν οι οδοιπόροι. Από εκεί προέρχεται και η παταρίτσα, που ήταν το μπαστούνι που υποβοηθούσε τους οδοιπόρους στις πορείες τους και όχι από το Πάτερ που λένε οι δεσποτάδες.

Επειδή ακριβώς οι Μπογκομίλοι αποτελούσαν απειλή για τους ηγεμόνες, τους Φεουδάρχες και του δεσποτάδες, καταδιώχθηκαν άγρια από εκείνους. Στη Δύση μάλιστα ο Πάπας χρησιμοποίησε τον στρατό των Φράγκων, που τους κατέσφαξε, τους διέλυσε και έκαψε τα γραπτά τους. Στην «καθ’ ημάς Ανατολή» ασκήθηκαν άγριες διώξεις κατά των Μπογκομίλων από το κράτος και την εκκλησία. Οι εκδηλώσεις τους απαγορεύτηκαν, πολλοί διδάσκαλοι δολοφονήθηκαν και κάηκαν τα γραπτά τους. Τον ηγέτη των Μπογκομίλων στην Κωνσταντινούπολη, τον Βασίλειο, τον συνέλαβαν και τον οδήγησαν το 1111 μ.Χ. στον Ιππόδρομο μπροστά σε μια μεγάλη φωτιά, για να δοκιμάσουν την πίστη του. Ήλπιζαν ότι θα δειλιάσει και θα μεταμεληθεί. Αυτός, όμως, όχι μόνο δεν υπέκυψε και δεν έδειξε μεταμέλεια, αλλά και έπεσε ο ίδιος στη φωτιά. Η κόρη του αυτοκράτορα Άννα Κομνηνή εντυπωσιάστηκε τόσο πολύ, ώστε έγραψε στο βιβλίο της:

 «Ούτε το πυρ κατεμάλαξε την σιδηράν αυτού ψυχήν».

Με το πατριαρχείο της Κωνσταντινούπολης συμμάχησαν και τα Ορθόδοξα πατριαρχεία της Βουλγαρίας και της Σερβίας και καταδίωξαν τον Μπογκομιλισμό. Οι Μπογκομίλοι της Σερβίας συσπειρώθηκαν στην δυτική Σερβία και τον 13ο και 14ο αιώνα κατάφεραν να δημιουργήσουν ανεξάρτητη ηγεμονία. Με την επικράτηση των Οθωμανών στα Βαλκάνια εκείνοι οι Μπογκομίλοι προσχώρησαν τον Μωαμεθανισμό. Είναι οι σημερινοί Βόσνιοι Μουσουλμάνοι, που είναι Σέρβοι ως προς την καταγωγή και τη γλώσσα, αλλά αντιπαθούν τους Ορθόδοξους Σέρβους ομογενείς τους, λόγο των διώξεως που είχαν υποστεί από αυτούς. Ο Μωαμεθανισμός ήταν πλησιέστερα προς τον Μπογκομιλισμό. Βασικό στοιχείο ήταν η άρνηση των εικόνων, που θεωρούνται κι από τους δυο ειδωλολατρεία.  Οι Μωαμεθανοί δεν έχουν ούτε εικόνες του Μωάμεθ. Πρώην Μπογκομίλοι που προσχώρησαν στον Μωαμεθανισμό φαίνεται να είναι και οι Πομάκοι. Είναι ολοφάνερο ότι δεν ήταν προνομιούχοι επί Οθωμανών καθώς κατοικούν σε άγονα και ορεινά κσι η γλώσσα τους δεν είναι τουρκική.

Οι Μπογκομίλοι της Αλμωπίας επίσης προσχώρησαν στον Μωαμεθανισμό για τους λόγους που προαναφέραμε. Έτσι με την ανταλλαγή των πληθυσμών του 1923 εκδιώχθηκαν ως Μουσουλμάνοι. Σύμφωνα με στοιχεία που δημοσίευσε στο βιβλίο της η ερευνήτρια Μ. Γιανισοπούλου, από την Αλμωπία εκδιώχθηκαν περίπου 8.000 Μακεδόνες Μουσουλμάνοι, 3.500 Μακεδόνες Βλάχοι Μουσουλμάνοι και μόλις 2.436 πραγματικοί Τούρκοι. Αυτό επιβεβαιώνεται και από το γεγονός ότι τα χωριά από τα οποία εκδιώχθηκαν οι ανταλλάξιμοι, είχαν όλα μακεδονικά ονόματα. Πόλινι (Πολυκάρπη), Καπίνινι (Εξαπλάτανος), Γκοστολούμπ (Κωνσταντία), Ντρουγκουμάντσι (Άψαλος) κλπ. Από τη Νότια μάλιστα εκδιώχθηκαν όλοι οι 3.000 Βλάχοι Μουσουλμάνοι. Πολλοί Βλάχοι από τα βλαχοχώρια της ανατολικής Αλμωπίας εκδιώχθηκαν στη Ρουμανία και τη Βόρεια Μακεδονία ως Ρουμάνοι. Και πολλοί χριστιανοί Βλάχοι εκδιώχθηκαν κατά τον Εμφύλιο ως κομμουνιστές και δεν τους επιτράπηκε ο επαναπατρισμός, όπως και στους υπόλοιπους Μακεδόνες. Όσοι απέμειναν σωπαίνουν, υπομένουν και πειθαρχούν στον νέο δυνάστη για να επιβιώσουν. Δηλώνουν Έλληνες.

Ο Μπογκομιλισμός ήταν ένα δημοκρατικό, προοδευτικό αντιφεουδαρχικό, αντιεξουσιαστικό, αντισκοταδιστικό, πολύ προοδευτικό για την εποχή του κίνημα. Ήταν η πιο φωτεινή σελίδα της ιστορίας μας μέσα στον Βυζαντινό σκοταδισμό και αυταρχισμό. Στην Δύση το αδελφό κίνημα των Μπογκομίλων, οι Καθαροί, θεωρούνται και τιμώνται ως οι πρόδρομοι της Αναγέννησης και του Διαφωτισμού. Στην Ανατολή μας οι Μπογκομίλοι έχουν ενταφιαστεί στην λάσπη του Βυζαντινού σκοταδισμού. Οι Μακεδόνες και οι Θράκες, συμπεριλαμβανομένων των Βλάχων, οφείλουν να αναδείξουν αυτή την λαμπρή σελίδα της ιστορίας τους και πρέπει να είναι περήφανοι γι αυτήν.

Μάρτιος 2020     Τραϊανός Πασόης

Τετάρτη 18 Μαρτίου 2020

Η καταγωγή των Μακεδόνων



         Την ιστορία την γράφουν οι νικητές

Στα πλαίσια της Συμφωνίας των Πρεσπών, η Δημοκρατία Μακεδονίας αναγκάστηκε, εκβιάστηκε είναι ο σωστός όρος, να δηλώσει ότι οι σύγχρονοι Μακεδόνες είναι Σλάβοι, που λέγονται Μακεδόνες απλώς επειδή κατοικούν στη Μακεδονία και δεν έχουν καμιά σχέση με τους αρχαίους Μακεδόνες, «οι οποίοι ήταν Έλληνες». Την ιστορία της περιοχής την επέβαλαν οι νικητές και συγκεκριμένα εκείνοι που απελευθερώθηκαν πρώτοι από τον Οθωμανικό ζυγό (Ελλάδα, Βουλγαρία, Σερβία) και προσάρτησαν  τμήματα της Μακεδονίας. Έτσι, οι Μακεδόνες, αν θέλουν να ξέρουν την πραγματική τους ιστορία, πρέπει να την ερευνήσουν  και να την διαμορφώσουν οι ίδιοι τους. Και να μην το περιμένουν αυτό, ειδικά οι Μακεδόνες του Αιγαίου, από επαγγελματίες ιστορικούς των γειτονικών κρατών, γιατί εκείνοι εξυπηρετούν τα συμφέροντα των κρατών τους, αλλά από δικούς τους ερασιτέχνες ιστορικούς ερευνητές. Ακόμα και οι ιστορικοί της Βόρειας  Μακεδονίας  είναι εξαρτημένοι από εκείνα που έμαθαν επί ενιαίας Γιουγκοσλαβίας. Θα πρέπει να παρακάμψουμε και τις αντιρρήσεις μιας μερίδας πολιτών του λεγόμενου προοδευτικού χώρου, που από αντίθεση προς τους καταχραστές και ιστοριόπληκτους της Ελλάδας, έχουν καταφύγει στην αντίθετη  άκρη και απορρίπτουν κάθε προσφυγή στην αρχαία ιστορία. Η αντικειμενική ιστορία, αφενός μεν διδάσκει και συμβάλει στην σωστή πολιτική αντιμετώπιση του παρόντος και τον σχεδιασμό του μέλλοντος, αφετέρου δε είναι μέρος της εθνικής ταυτότητας κάθε λαού. Αποφεύγαμε μέχρι πρόσφατα να θίξουμε την πλαστή εικόνα της καταγωγής και ιστορίας των Νεοελλήνων, ενώ αυτοί είναι παραχαράκτες, περιφρονητικοί, και λασπολόγοι της καταγωγής και της ιστορίας των Μακεδόνων.
 Ας δούμε, λοιπόν, μερικά στοιχεία για τους Μακεδόνες, «τους εντόπιους» της Μακεδονίας, που είναι γνωστά, αλλά σκοπίμως παραγκωνισμένα ή παραποιημένα.

Οι Σλάβοι

Ο όρος «Σλάβοι» είναι η παραφθορά της αρχαίας λατινικής λέξης «σκλάβοι» και σήμαινε «δούλοι». Από εκεί την πήραν και οι σημερινές λατινογενείς γλώσσες Αγγλική, Γαλλική κ.α.  και λένε τους δούλους «slave». Μέχρι τον 9ο μ.Χ. αιώνα δεν υπήρχε λαός ή λαοί με το όνομα «Σλάβοι». Μέχρι τον 6ο μ.Χ αιώνα η Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία (Βυζάντιο) είχε ως επίσημη γλώσσα την Λατινική, ενώ μετά υιοθέτησε την διεθνή Ελληνική, επειδή ήταν ευρύτατα διαδεδομένη στις χώρες γύρω από την ανατολική Μεσόγειο. Ήταν φυσικό βέβαια μερικές λατινικές λέξεις να παραμείνουν. Έτσι η λέξη σκλάβοι παρέμεινε και αντικατέστησε για τους Βυζαντινούς κατακτητές τα εθνικά ονόματα των λαών που είχαν μετατρέψει σε σκλάβους. Παράδειγμα η εξέγερση κατά των Ρωμαίων κατακτητών (73-71 π.Χ) με ηγέτη τον Σπάρτακο, καταγόμενο από τη Μακεδονία (κοιλάδα  Στρυμόνα), Θρακικής καταγωγής, (φυλή των Μαίδων,), η οποία έμεινε γνωστή ως εξέγερση των σκλάβων. Όλοι εκείνοι οι αυτόχθονες σκλάβοι μετονομάστηκαν από τους Βυζαντινούς ως εθνικά Σλάβοι. Ο ίδιος χαρακτηρισμός δόθηκε και στους οικισμούς  που δημιουργούσαν οι μετανάστες που εγκαταστάθηκαν στη νότια Βαλκανική και μετατράπηκαν σε δουλοπάροικους (σκλάβους) των Ρωμαίων (Βυζαντινών) φεουδαρχών. Οι οικισμοί αυτοί μεταξύ 6ου και 9ου αιώνα μ.Χ. αναφέρονται ως «Σκλαβινίες» και οι κάτοικοί τους αναφέρονται ως «Σκλάβοι» η «Σκλαβίνοι», που στην πορεία των αιώνων παραφθάρηκε σε «Σθλάβοι»  ή «Σθλαβίνοι» ,  και που τελικά με την πάροδο του χρόνου παραφθάρηκε σε «Σλάβοι». Είναι προφανές ότι το «θ», που δύσκολα προφέρεται μεταξύ του «σ» και του «λ» χάθηκε στην πορεία των αιώνων.
Οι Βυζαντινοί δυνάστες,  κατέχοντας τους μηχανισμούς μαύρης προπαγάνδας (διοίκηση, εκκλησία κλπ), παρουσίαζαν μετά τον 6ο μΧ αιώνα, ως Σ(κ)λάβους μόνο τους μετανάστες από τον βορρά, που από τον 5ο μ.Χ. αιώνα άρχισαν να εγκαθίστανται  στη βυζαντινή επικράτεια. Όλες οι πηγές αναφέρουν ότι αυτοί οι νέοι έποικοι ήταν φιλήσυχοι  αγρότες, κτηνοτρόφοι και τεχνίτες. Απολύτως πουθενά δεν αναφέρθηκαν συγκρούσεις ή αντιδικίες μεταξύ των νέων εποίκων και των αυτοχθόνων κατοίκων.
Οι Βυζαντινοί και οι σύγχρονοι κληρονόμοι τους λένε ότι αυτοί οι «Σλάβοι» ή κατέβηκαν από τον βορρά αόριστα ή κατέβηκαν από την οροσειρά των Καρπαθίων ή τέλος ότι κατέβηκαν από τον Δούναβη. Και αυτό το κάνουν για να δείξουν ότι είναι ξένοι στα νότια Βαλκάνια. Όταν δεν υπάρχουν σαφείς πληροφορίες για τον χώρο προέλευσης κάποιων μεταναστών, οι ιστορικοί αναζητούν τις αιτίες που προκάλεσαν την μετανάστευση, για να οδηγηθούν στον χώρο προέλευσης αυτών των μεταναστών. Τέτοιες αιτίες είναι προφανές ότι δημιουργήθηκαν στην κοιλάδα του Δούναβη. Από τον 5ο αιώνα μ.Χ. οπότε εγκαταστάθηκαν εκεί υπολείμματα των Ούννων, άρχισε μια συνεχής εγκατάσταση Ασιατικών πληθυσμών (Άβαροι, Μαγυάροι, Ούγγροι, Βούλγαροι, Κροάτες κλπ.), καθώς η εν λόγω κοιλάδα είναι στο ίδιο ύψος με το πέρασμα από την Ασία στην Ευρώπη βόρια της Μαύρης Θάλασσας και ήταν πέρασμα Ασιατικών πληθυσμών προς την Ευρώπη. Είναι η σημερινή Ουγγαρία, η Δυτική Ρουμανία, η Βόρεια Σερβία, η Βόρεια Βουλγαρία (επιμειξία Βουλγάρων και Θρακών), η Κροατία (επιμειξία Ασιατών και Θρακών). Οι Βυζαντινοί και οι Γραικοί συνειδητά έλεγαν ψέματα για κάθοδο αυτών των πληθυσμών από τα Καρπάθια ή και βορειότερα. Στα ορεινά υπήρχαν ελάχιστοι πληθυσμοί και οι πολεμοχαρείς Ασιάτες δεν ήταν ανόητοι να εγκατασταθούν στα άγονα ορεινά, αλλά στα γόνιμα εδάφη της κοιλάδας του Δούναβη. Η χρονική περίοδος της εγκατάστασης των Ασιατικών πληθυσμών στην κοιλάδα του Δούναβη συμπίπτει με την χρονική περίοδο της εγκατάλειψης αυτής της περιοχής από τους αυτόχθονες πληθυσμούς.

Η λέξη «Σλάβοι» έτυχε να είναι ομόηχη με το ρήμα «σλάβε», που στα Μακεδονικά και άλλες θρακικές γλώσσες σημαίνει δοξάζει, τιμά και άρα σλάβος είναι ο ένδοξος, ή το σλόβο (Σλοβένοι, Σλοβάκοι) που σε βορειοθρακικές διαλέκτους σημαίνει συνετός, ελεύθερος, οπότε εύκολα υιοθετήθηκε από διάφορους λαούς της κεντροανατολικής Ευρώπης που εκχριστιανίστηκαν (εκπολιτίστηκαν) από τους Βυζαντινούς κατά τον 9ο και 10ο αιώνα.

Οι λαοί που κατοικούσαν στην κοιλάδα του Δούναβη σύμφωνα με τους αρχαίους ιστορικούς ήταν Θράκες. Αλλά και στις ανατολικές πλαγιές των Καρπαθίων ζούσαν Θράκες με πιο γνωστούς τους Δάκες και τους Γέτες. Για τους ίδιους λόγους και την ίδια χρονική περίοδο που μετανάστευσαν και οι εκλατινισμένοι Θράκες της περιοχής, που ονομάστηκαν Βλάχοι, μετανάστευσαν και οι μη εκλατινισμένοι, που ονομάστηκαν Σλάβοι. Για μεν τους Βλάχους κανείς δεν αμφιβάλει ότι είναι Θράκες και μετανάστευσαν από τις ανατολικές περιοχές της κοιλάδας του Δούναβη, ενώ για τους λεγόμενους Σλάβους προσπαθούν να μας πουν ότι ήρθαν από βορειότερα για να δείχνουν τελείως ξένοι για την περιοχή.

Οι αρχαίοι ιστορικοί αναφέρουν ως κατοίκους των Βαλκανίων στην αρχαιότητα, τουλάχιστον μέχρι τα Καρπάθια, τους Θράκες. Ο Ηρόδοτος στην Ιστορία Ε, παρ. 3 αναφέρει: «Θριήκων δε έθνος μεγιστόν εστι μετά γε Ινδούς πάντων ανθρώπων» (Το Θρακικόν έθνος είναι το πλέον πολυάριθμο από όλα τα έθνη μετά τους Ινδούς βέβαια). Στη συνέχεια εξηγεί γιατί είναι αδύνατο: «εάν δε υπάκουε εις έναν αρχηγό και διαπνέονταν από το ίδιο πνεύμα, θα ήταν δύσκολο να το νικήσει κανείς και θα ήταν το πλέον ισχυρό από όλα τα έθνη κατά τη γνώμη μου, αλλά επειδή αυτό δεν είναι δυνατόν, ούτε υπάρχει τρόπος να γίνει ποτέ σ’ αυτούς, γι’ αυτό ακριβώς οι Θράκες είναι ανίσχυροι». Στοιχεία που χαρακτηρίζουν και τους σημερινούς Μακεδόνες.

Σύμφωνα με τις αρχαίες πληροφορίες οι Αρχαίοι Μακεδόνες ήταν συνένωση θρακικών φύλων. Η περιοχή βόρεια και ανατολικά του Ολύμπου αναφέρονταν στην αρχαιότητα ως Θράκη. Οι ονομασίες Πιερία, Ημαθία, Αλμωπία, Πελαγονία, Λυγκηστίς, Παιονία, Βοττιαία, Βισαλτία κ.α. είναι θρακικές. Εξάλλου στις πλαγιές του Ολύμπου κατοικούσε ο βασιλιάς και θεός των Θρακών, ο Ορφέας και οι κόρες του οι Μούσες. Οι παλιότεροι Μακεδόνες θα θυμούνται, ότι την Μαρία την έλεγαν και Μούσα. Ήταν το  αντίστοιχο της «Παρθένου» για την Παναγία. Δεν μπορεί, λοιπόν, να εξαφανίστηκαν τα θρακικά έθνη, μεταξύ των οποίων και το Μακεδονικό, που αποτελούσαν το πολυπληθέστερο έθνος της Ευρώπης και να εμφανίστηκε από το πουθενά ένα έθνος χωρίς όνομα (το Σλάβοι επιβλήθηκε αργότερα μετά τον 9ο αιώνα) και χωρίς κάποια πολιτικοστρατιωτική οργάνωση, που μάλιστα ήταν τόσο πολυπληθές, ώστε γέμισε τα Βαλκάνια από τα Καρπάθια μέχρι την Πελοπόννησο. Είναι προφανές ότι οι θρακικές εθνότητες δεν εξαφανίστηκαν και είναι εκείνες που μετονομάστηκαν σε Σλάβους από τους Βυζαντινούς. Έγινε δηλαδή κάτι ανάλογο με την ονομασία που έδωσαν οι  Ευρωπαίοι στους αυτόχθονες, όταν εποίκησαν τη Αμερική. Τους ονόμασαν Ινδιάνους, επειδή νόμισαν ότι έφτασαν στις Ινδίες ταξιδεύοντας δυτικά. Παρόλο που γρήγορα διαπίστωσαν ότι δεν πρόκειται για την Ινδία, αλλά για μια νέα Ήπειρο, υιοθέτησαν το όνομα Ινδιάνοι, ενώ εκείνοι ποτέ δεν το είχαν.

Οι Βυζαντινοί παραβλέπουν σκόπιμα στην ιστοριογραφία τους όλους τους αυτόχθονες λαούς, που επίσης ήταν σκλάβοι των Βυζαντινών και οι οποίοι βέβαια δεν εξαφανίστηκαν. Δεν υπάρχει καμιά πληροφορία που να λέει ότι οι αυτόχθονες Θρακικοί λαοί, μεταξύ των οποίων και οι Μακεδόνες, μετακινήθηκαν σε άλλες περιοχές εκτός Βαλκανίων, ούτε ότι ενέσκηψε κάποια επιδημία σε μεγαλύτερο βαθμό απ΄ ότι σε άλλες περιοχές, που να εξαφάνισε αυτούς τους λαούς. Ούτε υπάρχουν σε κάποια άλλη περιοχή κάτοικοι που να λένε ότι είμαστε Θράκες ή Μακεδόνες που εκδιώχθηκαν από τις εστίες τους από τους Σλάβους. Και το κάνουν αυτό για τους ίδιους λόγους που το κάνει η σύγχρονη διάδοχος του Βυζαντίου, η Ελλάδα, στην προσπάθεια αφανισμού του Μακεδονικού λαού. Παρουσιάζουν τους Μακεδόνες ως Σλάβους που κατέβηκαν μετά τον 6ο μ.Χ αιώνα από το βορρά, για να υποστηρίξουν ότι αυτοί δεν είναι απόγονοι των αρχαίων Μακεδόνων και κατά συνέπεια δεν έχουν «ιστορικά» δικαιώματα στη Μακεδονία.

    Οι βορειοθρακικοί  πληθυσμοί που εξαναγκάσθηκαν να μεταναστεύσουν νοτιότερα δημιούργησαν οικισμούς τους οποίους οι Βυζαντινοί αποκαλούσαν «Σκλαβινίες», επειδή οι πληθυσμοί εκείνοι είχαν γίνει σκλάβοι των Ρωμαίων (Βυζαντινών). Εκείνοι οι πληθυσμοί ανακατεύθηκαν με τους αυτόχθονες νοτιοθρακικούς πληθυσμούς, μεταξύ των οποίων και με τους Μακεδόνες, οι οποίοι ήδη ήταν σκλάβοι. Αυτοί οι μετανάστες και βέβαια μετέφεραν κάθε είδους πολιτιστικά στοιχεία, μεταξύ των οποίων και γλωσσικά, τα οποία προστέθηκαν στα ήδη υπάρχοντα. Είναι προφανές ότι ο χαρακτηρισμός «Σλάβος» είναι παραφθορά της λατινικής λέξης «σκλάβος». Το βυζάντιο στη συνέχεια αντικατέστησε την Λατινική γλώσσα με την Ελληνική, αλλά ο λατινογενής χαρακτηρισμός «σλάβος» παρέμεινε να χαρακτηρίζει τους υπόδουλους αυτόχθονες Βαλκάνιους του Βυζαντίου. Λαός με το όνομα «Σλάβοι» ουδέποτε υπήρξε στην κοιλάδα του Δούναβη ή τα Καρπάθια ή και βορειότερα.   Όσοι λένε, λοιπόν, τους Μακεδόνες, «Σλαβομακεδόνες», είναι σαν να τους λένε «Δουλομακεδόνες».

Οι Ρωμαίοι δεν επιτρέπανε την καλλιέργεια εθνικής πολιτικής κουλτούρας στους υπόδουλους λαούς. Όταν κατέκτησαν τη Μακεδονία με την συνεργασία των Ελλήνων, διαίρεσαν τη Μακεδονία σε τέσσερα τμήματα, στα οποία απαγόρευσαν κάθε πολιτική και κοινωνική συνεργασία μεταξύ τους. Αργότερα την Δυτική Μακεδονία την προσκόλλησαν στο Ιλλυρικό Θέμα (Εκεί πατάνε οι Αλβανοί και την διεκδικούν), ενώ την Ανατολική την ένωσαν με την Θράκη και με πρωτεύουσα την Αδριανούπολη την ήλεγχαν καλλίτερα. Απαγόρευσαν την ίδρυση σχολείων στη Μακεδονική γλώσσα μέχρι τον 9ο μ.Χ. αιώνα, οπότε έδωσαν εντολή δημιουργίας αλφαβήτου για τους Σ(κ)λάβους με σκοπό την επιρροή τους στους βόρειους γείτονές τους.

 Αφαιρώντας από τους υπόδουλους λαούς και τα οικονομικά μέσα, δεν τους επέτρεψαν να αναπτύξουν δικό τους πολιτισμό. Έτσι εκείνοι καλλιεργούσαν μόνο λαϊκό πολιτισμό (χορούς, τραγούδια, λαϊκές γιορτές, παραδόσεις, λαϊκούς μύθους κλπ). Και ενώ οι Βυζαντινοί ήταν εκείνοι που τους καταδίκασαν σε υπανάπτυξη, φτώχεια και έλλειψη επιστημών, γραμμάτων και τεχνικού πολιτισμού, οι ίδιοι τους χαρακτήριζαν, όπως και οι νεοέλληνες, ως απολίτιστους και καθυστερημένους. Όποιος ήθελε να μορφωθεί ήταν αναγκασμένος να φοιτήσει σε ελληνόφωνα σχολεία. Έτσι η ανώτερη τάξη των υπόδουλων λαών κατέληγε να είναι ελληνόφωνη και ενσωματώνονταν στην Βυζαντινή άρχουσα τάξη και το Ρωμαϊκό «έθνος», ενώ στις εθνικές γλώσσες και τον εθνικό λαϊκό πολιτισμό παρέμεναν οι φτωχοί και αμόρφωτοι επαρχιώτες. Χαρακτηριστικό παράδειγμα οι Θράκες, οι οποίοι στη νοτιοανατολική Θράκη ελληνοφώνησαν λόγω γειτνίασης με την πρωτεύουσα των Βυζαντινών, ενώ στην βόρεια Θράκη παρέμειναν θρακόφωνοι και λόγω της συνεργασίας τους με τους Βουλγάρους, χαρακτηρίστηκαν Βούλγαροι.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα «η πολιορκία της Θεσσαλονίκης από Σλάβους που ήρθαν από τον βορρά» κατά τον 7ο μ.Χ αιώνα. Οι αυτόχθονες Μακεδόνες, που είχαν μετατραπεί σε σκλάβους και αργότερα μετονομάστηκαν και αυτοί σε «Σλάβους», αγνοούνται συστηματικά. Το ίδιο ακραίο παράδειγμα αποτελεί «η επανάσταση των Σλάβων υπό την ηγεσία του Θωμά του Σλάβου».

Ο Θωμάς ήταν στρατιωτικός των Βυζαντινών. Το 820 μ.Χ., εκμεταλλευόμενος τη δυσαρέσκεια των κατώτερων τάξεων και κυρίως των αγροτικών μικρασιατικών πληθυσμών κατά των Βυζαντινών δυναστών, οργάνωσε μια πολυεθνική εξέγερση και για δύο και πλέον χρόνια κατέλυσε την Βυζαντινή εξουσία στο μεγαλύτερο τμήμα της αυτοκρατορίας. Το 821 μ.Χ. πολιόρκησε την ίδια την  Κωνσταντινούπολη.  Οι Μακεδόνες και οι Θράκες προσχώρησαν στο κίνημα του Θωμά. Ο αυτοκράτορας το 823 μ.Χ. ζήτησε και πήρε βοήθεια από τον ηγεμόνα της Βουλγαρίας Ομουρτάγκ, ο οποίος επιτέθηκε στους επαναστάτες και τους νίκησε. Ο Βυζαντινός αυτοκράτορας είχε δικαίωμα να συνεργαστεί με τους Βουλγάρους, ενώ επικρίθηκαν  όταν με εκείνους συνεργάστηκαν οι υπόδουλοι «σ(κ)λάβοι» των Βαλκανίων.

 Όταν έγινε η επανάσταση, ο Θωμάς δεν είχε το παρόνομα «Σλάβος». Του το κόλλησαν οι Βυζαντινοί λόγιοι μετά από έναν και πλέον αιώνα. Οι Συνεχιστές του Θεοφάνους (10ος αιών) έγραψαν ότι ο Θωμάς κατάγονταν «από άσημους και  πενιχρούς γονείς που, σύμφωνα με κάποιες άλλες πηγές, κατάγονταν από Σκλαβογενείς μετανάστες στην Ανατολή» («Τούτον ορμάσθαι φησί τον Θωμάν εξ ασήμων τε γονέων και πενιχρών άλλως δε και Σκλαβογενών των πολλάκις εγγισευθέντων κατά την Ανατολήν»). Το «Σκλαβογενείς» δείχνει ότι τον 10ο αιώνα συνυπήρχε το «σκλάβος» και το «Σλάβος».  Στη συνέχεια οι Βυζαντινοί λόγιοι, όπως και οι σύγχρονοι βυζαντινολόγοι γράφουν ότι «ο Θωμάς ήταν σλαβικής καταγωγής» και χαρακτηρίζουν την επανάσταση σλαβική.

Ο Θωμάς κατάγονταν από τον ανατολικό Πόντο και σύμφωνα με άλλους Βυζαντινούς λόγιους (Σκυλίτσης, Γενέσιος κ.α) «κατάγονταν εξ Αρμενίων». Είναι γνωστό ότι στη Μ.Ασία είχαν μεταναστεύσει ελάχιστοι «Σλάβοι» και ήταν πολύ λίγοι για να κάνουν τόσο μεγάλη επανάσταση. Είναι ολοφάνερο ότι την επανάσταση την έκαναν οι αυτόχθονες της περιοχής. Οι Βυζαντινοί σκόπιμα την παρουσιάζουν ως «επανάσταση των Σλάβων», για να δείξουν ότι την έκαναν έποικοι «Σλάβοι», χωρίς να έχουν αυτό το δικαίωμα και όχι οι αυτόχθονες λαοί. Χαρακτηρίζουν τον Θωμά αντάρτη, στασιάρχη, αποστάτη κλπ. Η επανάσταση ήταν λαϊκή εξέγερση, ένα κοινωνικό κίνημα, περιπλεγμένο με θρησκευτικούς και πολιτικούς παράγοντες. Τον Θωμά ακολούθησαν και οι οπαδοί του αυτοκράτορα Λέοντα του Αρμένιου, που δολοφονήθηκε από τον μετέπειτα αυτοκράτορα Μιχαήλ Β’ (Φρυγικής καταγωγής). Την επανάσταση στήριξαν τα λαϊκά στρώματα των μεγάλων πόλεων και οι αγρότες, γιατί υπόσχονταν απαλλαγή από την βαριά φορολογία και την αυταρχικότητα της Βυζαντινής διοίκησης. Οι επαναστάτες του Σπάρτακου και του Θωμά αποτελούν τους πραγματικούς προγόνους και ιστορία των αυτοχθόνων λαών της Βαλκανικής και της Μ.Ασίας. Οι δυνάστες αυτοκράτορες, ηγεμόνες , φεουδάρχες, δεσποτάδες κλπ. αποτελούν την ιστορία των συνεργατών των κατακτητών, των καταπιεστών, των εκμεταλλευτών. Οι Νεοέλληνες θεωρούν τον εαυτό τους απόγονο αυτών των τελευταίων.

Συχνά αποκαλούν τους Μακεδόνες και Βουλγάρους, για τους ίδιους λόγους που τους αποκαλούν Σλάβους. Οι Βούλγαροι είναι Ασιάτες, που εγκαταστάθηκαν μεταξύ του Δούναβη και της οροσειράς του Αίμου (Στάρα πλανινα) τον 7ο μ.Χ. αιώνα. Επειδή ακόμα κι εκεί ήταν μειοψηφία σε σχέση με τους αυτόχθονες Θράκες (Μοισούς, Δάκες κλπ.) αφομοιώθηκαν γλωσσικά με εκείνους και εκθρακίστηκαν. Επειδή, όμως, οι Θράκες είχαν σκλαβωθεί στους Ρωμαίους (μετέπειτα Βυζαντινούς), χαρακτηρίστηκαν σκλάβοι και σταδιακά μετονομάστηκαν σε Σλάβους. Αυτοί, όπως και οι υπόλοιποι Θράκες, δεν ήταν ενωμένοι και δεν είχαν αναπτύξει πολιτικοστρατιωτική κουλτούρα, με αποτέλεσμα οι Βούλγαροι, αν και μειοψηφία στην περιοχή, να επικρατήσουν. Έτσι ηγήθηκαν στην Θρακοβουλγαρική εξέγερση το 852 μ.Χ. και δημιούργησαν αυτόνομο κράτος, το οποίο λόγω της καταγωγής των ηγεμόνων του χαρακτηρίστηκε Βουλγαρικό. Αυτό το εκμεταλλεύτηκαν οι Βυζαντινοί σκοταδιστές και χαρακτήριζαν ως «Βούλγαρους» όλους τους θρακόφωνους των Βαλκανίων. Το ίδιο κάνει και το σημερινό κατάλοιπο των Βυζαντινών, η Ελλάδα, για να «δικαιολογήσει» τις διώξεις κατά των Μακεδόνων.
Οι Βούλγαροι όχι μόνο δεν εποίκησαν τη Μακεδονία, αλλά και είναι μειοψηφία στην Βόρεια Βουλγαρία και γι΄αυτό και εκθρακίστηκαν. Η σημερινή νότια Βουλγαρία κατοικείται από Θράκες και Μακεδόνες. 

Χαρακτήρισαν για παράδειγμα για τους ίδιους λόγους ως Βουλγαρικό το κράτος που δημιούργησαν το 960 με έδρα τις Πρέσπες και την Οχρίδα ο αυτόχθων (ντόπιος Μακεδόνας) Σαμουήλ και ο υπαρχηγός του Βλάχος Νικουλίτσα από τα Σέρβια Κοζάνης. Το ίδιο έγινε με το κράτος που δημιούργησαν το 1186 οι Βλάχοι ηγεμόνες Πέτρος και Ιωάννης Ασάν.

Για να χαρακτηρίσουν τους Μακεδόνες Βούλγαρους εκμεταλλεύονται επίσης την θρησκευτική ένταξη στα πατριαρχεία. Όσους εντάχθηκαν στο πατριαρχείο Κωνσταντινούπολης τους χαρακτηρίζουν Έλληνες, ενώ όσους εντάχθηκαν στο Εξαρχικό πατριαρχείο που το ήλεγχαν οι Βούλγαροι, τους χαρακτηρίζουν Βούλγαρους. Η αλήθεια είναι ότι και τα δύο πατριαρχεία ήταν πολυεθνικά και όχι εθνικά.

Για την καταγωγή των αρχαίων Ελλήνων καταδείξαμε με στοιχεία από αρχαίους  Έλληνες ιστορικούς στο άρθρο μας «Η Καταγωγή των Ελλήνων», https://aridaia-gegonota.blogspot.com/2020/02/blog-post_16.html?spref=fb&fbclid=IwAR1AwVLWnfZc6kE99VxilJnScbPFN6Dta05FZjxXkWYhSYCAoFoDwawaqNQ ,  και http://iliden.blogspot.com/2020/02/blog-post.html, ότι κατάγονταν από τη Μέση Ανατολή και την βόρεια Αφρική. Είχαν φυλετική συγγένεια με τους Αιγυπτίους, τους Φοίνικες κλπ. Επομένως οι αρχαίοι και οι σύγχρονοι Μακεδόνες, όχι μόνο δεν ήταν Έλληνες, αλλά ούτε έχουν κάποια φυλετική συγγένεια. Και οι αρχαίοι και οι σύγχρονοι Μακεδόνες ήταν και είναι συγγενικά φύλλα με τους Θεσσαλούς, τους Ηπειρώτες, τους Θράκες (ελληνόφωνους και θρακόφωνους), τους Σέρβους, τους Πομάκους, τους Βλάχους, τους Ρουμάνους κλπ. Είναι αυτόχθονες Βαλκάνιοι.

Μάρτιος 2020     Τραϊανός Πασόης



Πέμπτη 12 Μαρτίου 2020

Η Καταγωγή των Νέο – Ελλήνων




Στο άρθρο μας «Η καταγωγή των Ελλήνων» http://iliden.blogspot.com/2020/02/blog-post.html  καταθέσαμε στοιχεία από αρχαίους Έλληνες ιστορικούς, που καταδεικνύουν την καταγωγή των Ελλήνων από την Μέση Ανατολή και την Βορειοανατολική Αφρική. Ήταν ο εποικισμός της μετέπειτα Ελλάδας από Αιγύπτιους ηγεμόνες την εποχή της παντοδυναμίας της Αιγύπτου και της κυριαρχίας των Φοινίκων εμπόρων και πλοιοκτητών στη Μεσόγειο. Μετά την κατάρρευση της Αιγύπτου και αργότερα την διάλυση της Περσίας από τους Μακεδόνες, η περιοχή της Πελασγίας που τον 5ο και 4ο π.Χ. ονομάστηκε Ελλάδα από τους Έλληνες και Γκρεκία από τους Ευρωπαίους, πέρασε στον έλεγχο των Μακεδόνων για δυο περίπου αιώνες και στην συνέχεια των Ρωμαίων.

 Ο φορολογικός παράδεισος της περιοχής καταργήθηκε και οι πλούσιοι έμποροι και πλοιοκτήτες των Φοινικικών (Ελληνικών) αποικιών μετανάστευσαν στον άξονα Μέσης Ανατολής – Ιταλίας. Το ίδιο έκαναν και οι μισθοφόροι. Στην περιοχή εγκαταλείφθηκαν οι ανίκανοι προς εργασία και οι δούλοι που απασχολούνταν σε αγροτικές και κτηνοτροφικές εργασίες. Τότε άλλαξε και η φορά του εποικισμού της περιοχής. Από τη Μέση Ανατολή μετατέθηκε στις Ιταλικές αποικιοκρατικές πόλεις – κράτη. Ειδικά οι παραλιακές πόλεις και τα νησιά έγιναν αποικίες των εμπόρων και πλοιοκτητών της Ρώμης, της Βενετίας, της Γένοβας κλπ. Αυτοί συνέχισαν να φέρνουν δούλους και μισθοφόρους,  κυρίως από την Μέση Ανατολή και τη Βόρεια Αφρική. Στην περιοχή εγκαταστάθηκαν και Δυτικοί μισθοφόροι, με γνωστότερους τους Καταλανούς, που κυβέρνησαν την Αττική για 80 χρόνια (1311-1387) και τους Φράγκους «Ιωαννίτες ιππότες της Ρόδου», που κυβέρνησαν τα Δωδεκάνησα για δυόμιση περίπου αιώνες (1309-1522). Δεν εμφανίστηκαν ποτέ κάποιοι Έλληνες που να επιχείρησαν να τους διώξουν, γιατί απλούστατα δεν υπήρχε τέτοιος λαός. Τους έδιωξαν οι Οθωμανοί, όπως και τους Βενετούς, Γενουάτες, Φράγκους κλπ. Όσοι, λοιπόν, υποστηρίζουν ότι η Ελλάδα έμεινε υπόδουλη στους Τούρκους για τετρακόσια χρόνια, είναι σαν να λένε ότι είναι απόγονοι των Βενετών, Γενουατών, Καταλανών, Φράγκων κλπ. Επειδή, όμως, δεν μπορούν να που κάτι τέτοιο, γιατί απόγονοι και κληρονόμοι εκείνων των εποίκων υπάρχουν στη σύγχρονη εποχή, επέλεξαν να δηλώσουν κληρονόμοι και απόγονοι των αρχαιότερων εποίκων της περιοχής, των Ελλήνων, καθώς κληρονόμοι και απόγονοι εκείνων δεν υπήρχαν για πολλούς αιώνες. Πολύ χαρακτηριστικά ένας ευρωπαίος διανοούμενος έγραψε:

«Η Ελλάδα είναι το αιώνιο κόσκινο μέσα από το οποίο οι επιθέσεις της Ανατολής στη Δύση και της Δύσης στην Ανατολή, πρέπει να περάσουν και να αποθέσουν αμέσως τα κατακάθια τους», (Ρόμπερτ Κάπλαν, Φαντάσματα των Βαλκανίων).

Η περιοχή της Πελασγίας, που οι Έλληνες και οι Νέο-Ελληνες ονομάζουν Ελλάδα και που μέχρι το 1830, ουδέποτε υπήρξε ως ενιαία χώρα, είχε τα ονόματα των περιοχών που σήμερα την αποτελούν. Τα δουκάτα και δεσποτάτα ονομάζονταν «του Μορέως», «του Μυστρά», «της Αχαϊας», «των Αθηνών», «της Ηπείρου» κλπ. Την εποχή της νεοελληνικής επανάστασης η σημερινή Πελοπόννησος ονομάζονταν Μοριάς και η Στερεά Ελλάδα Ρούμελη. Το ίδιο και οι κάτοικοι ονομάζονταν Μοραϊτες και Ρουμελιώτες.

Η ιδέα της καταγωγής από τους Έλληνες της αρχαιότητας δημιουργήθηκε μετά τον 14ο αιώνα. Τα συγγράμματα των Ελλήνων και Λατίνων συγγραφέων επανεκδόθηκαν, πρώτα από τους Άραβες και στη συνέχεια από τους Δυτικοευρωπαίους. Έγιναν βασικό εργαλείο της Αναγέννησης και του Διαφωτισμού. Τότε καλλιεργήθηκε στη Δυτική Ευρώπη ο θαυμασμός για τον αρχαίο Ελληνικό πολιτισμό. Εκεί γεννήθηκε και η ιδέα να χαρακτηριστούν απόγονοι των αρχαίων Ελλήνων οι σύγχρονοι κάτοικοι της περιοχής όπου έζησαν εκείνοι. Εκείνοι οι κάτοικοι, όμως, δεν είχαν ιδέα για τους Έλληνες. Ήταν υπήκοοι του Βυζαντίου, όπου κυριαρχούσε ο θρησκευτικός σκοταδισμός, που δεν επέτρεπε την επανέκδοση των αρχαίων ελληνικών συγγραμμάτων. Από τη Δύση ενημερώθηκαν μόνο κάποιοι διανοούμενοι και οι μεγαλέμποροι. Κάποιοι από εκείνους προσπάθησαν να καλλιεργήσουν την ιδέα της Ελληνικής καταγωγής και να προβάλουν την Ελληνική φιλοσοφία, αλλά απέτυχαν. Ο πιο γνωστός από εκείνους, ο φιλόσοφος Γεώργιος Γεμιστός (1360-1452), που αυτοονομάστηκε με το αρχαιοελληνικό όνομα Πλήθων, καλλιέργησε αυτές τις ιδέες στο Μιστρά. Ο πατριάρχης Γεννάδιος Σχολάριος τον καταδίωξε και έκαψε το σημαντικότερο έργο του. Ο Πλήθων μετανάστευσε στην Ιταλία, όπου γνώρισε μεγάλες τιμές και αναγνώριση. Η Αναγέννηση και ο Διαφωτισμός ελάχιστα διαδόθηκαν στον χώρο όπου άνθησε ο Ελληνικός πολιτισμός, με συνέπεια το Γραικύλος να σημαίνει αμόρφωτος, απολίτιστος.

Η ιδέα της Ελληνικής καταγωγής των κατοίκων της περιοχής της αρχαίας Πελασγίας και κατόπιν Γκραικίας ή Ελλάδας, άρχισε να προωθείται συστηματικότερα από τους Δυτικοευρωπαίους περί τα τέλη του 18ου αιώνα. Το 1770 Ρώσοι αξιωματικοί με επικεφαλής τους αδελφούς Ορλώφ (εξού και τα Ορλωφικά) μαζί με οπλαρχηγούς του Μοριά (Πελοπόννησος) ξεσήκωσαν επανάσταση κατά των Τούρκων, με σκοπό να δημιουργήσουν ένα ελεύθερο φιλορωσικό χριστιανικό κράτος. Αυτό αφύπνισε το Δυτικοευρωπαϊκό σωβινισμό, που ήθελε να δημιουργήσει στο νοτιότερο άκρο της Βαλκανικής ένα προτεκτοράτο, ένα είδος πρώιμου Ισραήλ, ως προγεφύρωμα για τη Μέση Ανατολή. Η καταστροφή του Τουρκο-Αιγυπτιακού στόλου από τις Ευρωπαϊκές υπερδυνάμεις είχε ως κύριο σκοπό την επικράτησή τους στην ανατολική Μεσόγειο και ως πρόφαση την απελευθέρωση των αγωνιζόμενων Γκραικών. Η θρησκευτική συγγένεια των Μοραϊτών με τους Ρώσους (Ορθοδοξία), μπορούσε να υποκατασταθεί με την φυλετική διαφορετικότητα. Οι Έλληνες της αρχαιότητας δεν είχαν καμιά συγγένεια με του «Σλάβους» Ρώσους και τους άλλους φιλόρωσους αυτόχθονες λαούς της Βαλκανικής. Σ’ αυτή την κατεύθυνση βοηθούσε ο θαυμασμός που είχε καλλιεργηθεί στην Ευρώπη για τον αρχαιοελληνικό πολιτισμό κατά τον Διαφωτισμό. Έτσι με τους Γκραικούς μετανάστες και τους φιλέλληνες της Δ. Ευρώπης, προώθησαν την ιδέα της Ελληνικής καταγωγής (π.χ. Αδαμάντιος Κοραής, Ρήγας Φεραίος, Λόρδος Μπάϊρον κλπ.).

Ο Μοριάς (Πελοπόννησος) και η Ρούμελη (Στερεά Ελλάδα) την περίοδο της επανάστασης του 1821 κατοικούνταν από δυο κυρίως εθνοτικές ομάδες. Τους Ρωμιούς ή Γκραικούς ή Μωραϊτες και τους Αλβανούς ή Αρβανίτες.
 Οι περισσότεροι ηγέτες και πολεμιστές της επανάστασης ήταν Αλβανικής καταγωγής (Αρβανίτες), όπως οι Ο. Ανδρούτσος, Καραϊσκάκης, Μπότσαρης, Μιαούλης, Κανάρης, Μπουμπουλίνα κ.α.

Οι Μοραϊτες Ρωμιοί ήταν εξελληνισμένοι «Σλάβοι», που κατέβηκαν από τον Δούναβη μετά τον 5ο αιώνα. Επειδή ακριβώς κυριάρχησαν ολοκληρωτικά στην Πελοπόννησο, αυτή πήρε το «σλάβικο» όνομα Μοριάς (μορε = θάλασσα). Αυτό το επιβεβαιώνει και ο Αυτοκράτορας Κωνσταντίνος Πορφυρογέννητος (905-959), ο οποίος είχε στη διάθεσή του και τα αυτοκρατορικά αρχεία, στο έργο του «Περί Θεμάτων» και στο κεφάλαιο «Έκτον θέμα Πελοπόννησος», όπου γράφει:

«ύστερον δε πάλιν των Μακεδόνων υπό των Ρωμαίων ηττηθέντων, πάσα η Ελλάς τε και Πελοπόννησος υπό των Ρωμαίων σαγήνην εγένετο ώστε δούλους αντ’ ελευθέρων γενέσθαι. Εσθλαβώθη δε πάσα η χώρα και γέγονε βάρβαρος, ότε ο λοιμικός θάνατος πάσαν εβόσκετο την οικουμένη.»

Δηλαδή, λέει πως οι κάτοικοι της Ελλάδας έγιναν και κατά συνέπεια πουλήθηκαν ως δούλοι και «πάσα η χώρα» γέμισε βάρβαρους (αλλόγλωσσους) «Σλάβους». Αυτοί, αφού κυριάρχησαν ολοκληρωτικά, επέβαλαν το «σλάβικο» όνομα Μοριάς (μόρε = θάλασσα), έκαναν αυτόνομη ηγεμονία (585-802 μ.Χ.). Το 802 ο Βυζαντινός στρατηγός Σταυράκιος κατέλαβε την Μοραϊτικη ηγεμονία. Οι Μοραϊτες συχνά επαναστατούσαν, αλλά περίπου το 850 ο Βυζαντινός αυτοκράτορας Μιχαήλ Γ’ τους υπέταξε οριστικά και τους εξανάγκασε να εκχριστιανιστούν και κατά συνέπεια να εξελληνιστούν γλωσσικά. Ο πρώτος πυρήνας, λοιπόν, του Νέο-Ελληνικού κράτους δημιουργήθηκε από Αλβανούς (Αρβανίτες) και εξελληνισμένους «Σλάβους», (Μοραϊτες).

Την ιδέα της ελληνικής καταγωγής σταδιακά άρχισε να υιοθετεί και το ορθόδοξο πατριαρχείο Κωνσταντινούπολης. Ο πατριάρχης είχε και τις αρμοδιότητες του ηγέτη του «Γένους των Ρωμιών» και χαρακτηρίζονταν ως Γενάρχης της Ρωμιοσύνης. Το «Γένος των Ρωμιών» είναι δημιούργημα της προδοτικής συνεργασίας των ορθοδόξων πατριαρχικών με τους Οθωμανούς κατακτητές. Το δημιούργησε ο Μωάμεθ ο Πορθητής μετά την κατάληψη της Κωνσταντινούπολης (1453 μ.Χ.), ως «Ρουμ Μιλιέτ» (γένος των Ρωμιών), όρισε ως πατριάρχη και «Γενάρχη» τον υποστηρικτή του Γεννάδιο Σχολάριο και παραχώρησε την συνοικία του Φαναρίου στους Ρωμιούς συνεργάτες του. Εκεί έκαναν τις πολυτελείς επαύλεις τους οι «Άρχοντες του Γένους», που ως συνεργάτες των Οθωμανών διορίζονταν ηγεμόνες, στρατηγοί, ναύαρχοι και ανώτεροι κρατικοί υπάλληλοι. Οι κληρικοί και οι «άρχοντες του γένους» ήταν προνομιούχοι, την ίδια στιγμή που οι λαοί υπέφεραν.  Οι οπαδοί αυτού του προδοτικού πατριαρχείου σταδιακά ξέχασαν την τυραννική  διοίκηση του Βυζαντίου και αποδέχθηκαν την  ηγεμονία του και την ωραιοποιημένη ιστορία του. Μέχρι τον Ρωσοτουρκικό πόλεμο του 1854 το πατριαρχείο αυτό είχε αδερφικές σχέσεις με τους Ρώσους, που αναγνωρίζονταν ως προστάτες των ορθοδόξων χριστιανών της Οθωμανικής επικράτειας. Σε εκείνον τον πόλεμο, όμως, οι Αγγλογάλλοι προστάτες του προτεκτοράτου της Ελλάδας υποστήριζαν την Τουρκία. Έτσι και το πατριαρχείο που μέχρι το 1850 χαρακτήριζε την Ελλαδική εκκλησία ως σχισματική, διέκοψε την αναγνώριση της Ρωσίας ως προστάτιδας και συντάχθηκε με τους Δυτικούς προστάτες της Ελλάδας. Έτσι σιγά σιγά άρχισε να εγκαταλείπει τον όρο Ρωμιοσύνη και να υιοθετεί τον όρο Ελληνισμός. Κατά συνέπεια το πολυεθνικό «Ρουμ μιλιέτ» (Ρωμαϊκό γένος) μετονομάστηκε σε Ελληνικό Γένος και συνδέθηκε με το Νέο-Ελληνικό Γένος της Ελλάδας.

Το Νεοελληνικό έθνος, λοιπόν, είναι ένα πολυεθνικό δημιούργημα και ανάμεσα στις εθνότητες που το δημιούργησαν δεν υπάρχει καμία Ελληνική εθνότητα ως προς την καταγωγή. Στην αρχαιότητα η πολυεθνική κοινωνία των εποίκων από την Μέση Ανατολή υιοθέτησε το όνομα Έλληνες, λόγω του θαυμασμού προς τον Αχιλλέα και τους προερχόμενους από μια μικρή πόλη της Φθιώτιδας, την Ελλάδα, Έλληνες πολεμιστές του, που καλλιεργήθηκε χάρη στο ποίημα Ιλιάδα του Ομήρου. Στην σύγχρονη εποχή υιοθετήθηκε χάρη στον θαυμασμό του αρχαίου Ελληνικού πολιτισμού που καλλιεργήθηκε στη Δυτική Ευρώπη. Επομένως δεν είναι θέμα καταγωγής, αλλά επιλογής.

Μετά το 1913 προστέθηκαν στο νέο έθνος και άλλες εθνότητες. Οι Μακεδόνες, οι Θράκες, οι Κρητικοί, οι Πόντιοι κ.α. Είναι γνωστό ότι οι Μακεδόνες που δεν δολοφονήθηκαν ή δεν εκδιώχθηκαν, εξελληνίστηκαν υποχρεωτικά, αλλιώς δεν μπορούσαν να επιβιώσουν. Οι Θράκες που στην αρχαιότητα χαρακτηρίζονταν από τους Έλληνες ως «βάρβαροι», όσοι εξελληνίστηκαν λόγω Βυζαντίου και εκκλησίας, χαρακτηρίστηκαν Έλληνες, ενώ όσοι κράτησαν την αρχαία Θρακική τους γλώσσα, χαρακτηρίστηκαν Βούλγαροι.

Οι Κρητικοί λόγω της γεωγραφικής τους θέσης είναι απόγονοι όλων των αποικιοκρατών που πέρασαν από το νησί. Ο πιο μεγάλος εποικισμός έγινε από τους Άραβες Σαρακηνούς πειρατές κατά την περίοδο της κυριαρχίας τους (824-961). Οι Βυζαντινοί ανακατέλαβαν την Κρήτη και επέβαλαν τον εκχριστιανισμό της και μέσω αυτού τον γλωσσικό εξελληνισμό της. Μετέτρεψαν τα τζαμιά σε χριστιανικές εκκλησίες και όπως σε μας τους Μακεδόνες έλεγαν ότι ήμασταν Έλληνες και ήρθαν οι σλάβοι και μας εκσλάβησαν, στους Σαρακηνούς έλεγαν ότι ήταν χριστιανοί και ήρθαν οι Άραβες και τους εξισλάμισαν. Έτσι τους έπεισαν να μετανοήσουν και γι’ αυτό ο πιο σημαντικός ιεροκήρυκας επονομάστηκε όσιος Νίκων ο Μετανοείται. Η παραδοσιακή κρητική ενδυμασία, που διαφέρει από τις Βαλκανικές, η χρήση των μαχαιριών και των όπλων, η βεντέτα, η ζωοκλοπή είναι μάρτυρες της Αραβικής και πειρατικής καταγωγής των Κρητικών. Έδειξαν την πειρατική καταγωγή τους και στη Μακεδονία κατά τον Αντιμακεδονικό Αγώνα (1904-1908). Κρητικοί Μακεδονοφάγοι μισθοφόροι (Καραβίτης-Βολάνης) έκαψαν το μισό χωριό μου (Πόζαρ Πέλλας) το 1908 και σκότωσαν 17 Ποζαρίτες ως «Βούλγαρους».  Ως μοναδική αιτία αναφέρουν το γεγονός ότι οι Ποζαρίτες είχαν αποσχιστεί από το πατριαρχείο και ενώ το 1906 τους έδωσαν εντολή  να επανέλθουν σ’ αυτό, εκείνοι δεν το είχαν κάνει. Από αυτό το βρώμικο πατριαρχείο είχαν αποσχιστεί οι εκκλησίες όλων των Βαλκανικών λαών, συμπεριλαβανομένης και της Ελλαδικής μέχρι το 1850, επειδή αυτό ήταν στενός συνεργάτης των κατακτητών. Ήρθε η ώρα, λοιπόν, να τους το ανταποδώσουμε και να βάλουμε τα πράγματα στην πραγματική τους θέση.

Οι Πόντιοι που στην πλειοψηφία τους μεταφέρθηκαν μεθοδικά στη Μακεδονία, είναι μια καθαρά Καυκασιανή φυλή. Ήταν ο μόνος λαός της Μ.Ασίας που δεν ενώθηκε στην αυτοκρατορία του Μ. Αλεξάνδρου. Το βασίλειο του Πόντου, που καμιά φορά στο παρελθόν δεν αποκαλούνταν Ελληνικό, δημιουργήθηκε από την Περσική δυναστεία των Μιθριδατών τον 3ο π.Χ. αιώνα. Οι Μιθριδάτες ήταν ελληνιστές και χρήστες της ελληνικής γλώσσας. Χάρη σ’ εκείνους μπήκαν πολλά Ελληνικά στοιχεία στην Ποντιακή γλώσσα. Κατά τον μεσαίωνα την αυτοκρατορία της Τραπεζούντας την δημιούργησε η βασίλισσα  της Γεωργίας και εγκατέστησε ηγεμόνες τους ανεψιούς της αδελφούς Κομνηνούς. Οι αυτοκράτορες της Τραπεζούντας αποκαλούνταν από τους Βυζαντινούς «Άρχοντες των Λαζών». Ο μητροπολίτης Τραπεζούντας αποκαλούνταν «έξαρχος πάσης Λαζικής». Όταν κατέλαβαν την περιοχή οι Σελτζούκοι Τούρκοι, οι Κομνηνοί συμμάχησαν μαζί τους και κράτησαν τη θέση τους. Κατά την άλωση της Κωνσταντινούπολης ήταν σύμμαχοι και συμμετείχαν στο πλευρό των κατακτητών. Οι Λαζοί, που μας ήρθαν στη Μακεδονία, όπως και οι τουρκόφωνοι Καππαδόκες, μεταξύ των οποίων και οι Καραμανλήδες, τους οποίους οι αρχαίοι Έλληνες αποκαλούσαν Σύριους, τα παρακάμπτουν όλα αυτά και παρουσιάζονται μάλιστα ως υπερ-Έλληνες. Περισσότερο από όλους τους εποίκους πρόσφυγες έδειξαν αντιμακεδονικά αισθήματα και δραστηριότητες (π.χ. ταγματασφαλίτες) και μας αποκαλούσαν «Βούλγαρους». Με την τρομοκρατία που επέβαλαν, οι Μακεδόνες δεν μπορούσαν να τους το ανταποδώσουν. Υπέμεναν και σώπαιναν.

Η αρχαιοελληνική μάσκα που φιλοτέχνησαν για το τεχνητό τους κατασκεύασμα οι Δυτικοί, δημιούργησε το ναρκισσιστικό Νέο-Ελληνικό έθνος, το καμαρωτό παγόνι, που αρνείται να προσγειωθεί στην πραγματικότητα. Συνυπάρχουν σ’ αυτό υπολείμματα των αυταρχικών αποικιοκρατών, των εμπόρων εκμεταλλευτών, των πειρατών, των συνεργατών των κατακτητών, αλλά η πλειοψηφία είναι απόγονοι των δούλων τους και των κακόμοιρων  υπόδουλων λαών των Αιγυπτίων και Φοινίκων, των Ρωμαίων, των Οθωμανών. Εκεί οφείλονται σε μεγάλο βαθμό οι έντονες αντιθέσεις που το χαρακτηρίζουν, οι συχνές εμφύλιες συγκρούσεις, οι αυταρχικές κυβερνήσεις, οι δικτατορίες, η ανάμειξη του στρατού και της εκκλησίας στην πολιτική.

Όσοι ομιλούν τα Ελληνικά, είναι Έλληνες, όπως είναι Λατίνοι όσοι ομιλούν κάποια Λατινική γλώσσα. Λατίνοι είναι οι Βλάχοι, οι Ρουμάνοι, οι Ισπανοί, οι κάτοικοι της κεντρικής και νότιας Αμερικής ως προς τη γλώσσα και όχι ως προς την καταγωγή.

Σωστά ο εθνικός ποιητής Δ. Σολομός έγραψε:
«Το έθνος πρέπει να θεωρεί εθνικόν ότι είναι αληθές»

                                    Μάρτιος 2020  Τραϊανός Πασόης