Παρασκευή 23 Ιουλίου 2021

Μαύρο Δάσος ή Βασιλικό Δάσος?

 

         Στη δυτική Αλμωπία, στους πρόποδες του όρους Νίτσε (Καϊμακτσαλάν) βρίσκεται το χωριό Όρμα, όπως το ονόμασαν οι Νονοί μας του καθεστώτος των Αθηνών ή Τρέσινο όπως το έλεγαν οι δικοί μας. Δυτικά του χωριού υπάρχει ένα δάσος, που οι Αθηναίοι Νονοί μας το ονόμασαν Μαύρο Δάσος. Πριν μερικές δεκαετίες, οπότε ερευνούσα, αλλά δεν έγραφα, κάποιοι Ορμιώτες γέροντες μου είπαν ότι το δάσος αυτό, άλλοι από τους  παλιούς το έλεγαν Τσ’ριν ‘Ορμαν (Μαύρο Δάσος) κι άλλοι Τσάριν Όρμαν (Βασιλικό δάσος). Αυτό μου το επιβεβαίωσε και πιο πρόσφατα η Ορμιώτισσα θεία μου Κατίνα.

         Οι απροσκάλεστοι Νονοί μας λένε, ότι μετονόμασαν το Τρέσινο σε Όρμα, διότι εκεί υπήρχε επί ακμής του Μακεδονικού βασιλείου ένας οικισμός με το όνομα αυτό. Υποστηρίζουν ότι πήρε το όνομα από τον όρμο (κολπίσκο), επειδή εκείνη την εποχή η επαρχία Αλμωπίας ήταν λίμνη.

         Ακόμα και ένας ανειδίκευτος μπορεί εύκολα να διαπιστώσει αν η Αλμωπία κατά την περίοδο ακμής του Μακεδονικού βασιλείου ήταν λίμνη. Η έξοδος της επαρχίας προς την πεδιάδα της Κεντρικής Μακεδονίας είναι αρκετά πλατιά και οι λοφίσκοι και οι πλαγιές των διπλανών βουνών είναι πολύ ομαλοί και ελάχιστα ανηφορικοί. Αυτό κάθε άλλο παρά διάνοιξη από χειμάρους ή ποταμούς δείχνει. Ακόμα κι ο δρόμος που συνδέει την επαρχία με τη Σκύδρα πουθενά δεν πλησιάζει τον ποταμό Μεγλένιτσα και ο διάδρομoς του έχει πλάτος 200 με 300 μέτρα. Η πιο αδιάσειστη, όμως, απόδειξη είναι η λεγόμενη Γέφυρα του Μεγάλου Αλεξάνδρου που βρίσκεται στο νοτιότερο και χαμηλότερο σημείο της επαρχίας, λίγο νοτιότερα από τον σημερινό οικισμό του Αλώρου. Η σημερινή κοίτη του ποταμού Μεγκλένιτσα βρίσκεται δίπλα από την γέφυρα. Βρίσκεται δηλαδή υψομετρικά στο ίδιο ακριβώς επίπεδο με εκείνο της εποχής της κατασκευής της. Το Τρέσινο, όμως, ή Όρμα βρίσκεται υψομετρικά γύρω στα 100 μέτρα ψηλότερα, κάτι που σημαίνει ότι εκεί δεν υπήρχε λίμνη και όρμος.

         Οι παλιοί κάτοικοι της Όρμας, όπως και όλοι οι Ντόπιοι, έλεγαν το δάσος «όρμαν». ‘Ετσι το δάσος δυτικά του χωριού το έλεγαν είτε Τσ΄ριν (Μαύρο) Όρμαν, είτε Τσάριν (Βασιλικό) Όρμαν. Επιπλέον, όπως υπήρχε η παράδοση στους Ντόπιους της «Γέφυρας του Μεγάλου Αλεξάνδρου», έτσι υπήρχε η παράδοση που έλεγε ότι από το δάσος δυτικά της Όρμας, γίνονταν η προμήθεια ξυλείας για τις σάρισες των αρχαίων Μακεδόνων. Αλλά και η γέφυρα του Μεγάλου Αλεξάνδρου στη νότια είσοδο της Αλμωπίας, που συνέδεε την Πέλλα με τη Δυτική Αλμωπία, δείχνει ότι αυτή ήταν σημαντική για το βασίλειο της Μακεδονίας. Προμήθευε το βασίλειο με ξυλεία για σάρισες, ακόντια, πελταστές, οικοδομική ξυλεία κλπ., ενώ στα νοτιοδυτικά ορεινά βρίσκονταν ο χώρος θερινών διακοπών της άρχουσας τάξης, το Πότσιπ, σημερινή Μαργαρίτα. Πότσιπ στα μακεδονικά σημαίνει ξεκούραση. Παραθέριζαν εκεί, διότι η  πρωτεύουσα Πέλλα γειτνίαζε με βάλτους και έλη και είχε πολύ υγρασία, κουνούπια κλπ.

         Το δάσος δυτικά της Όρμας δεν ήταν πιο μαύρο από τα γύρω δάση για να το ονομάσουν Μαύρο δάσος (Τσ’ριν Όρμαν). Απεναντίας αν το επισκεφτεί κάποιος, θα διαπιστώσει την ύπαρξη πυκνού δάσους με δέντρα ίσια, πολύ ψηλά, μερικά από τα οποία είναι  ψηλότερα από δεκαπέντε μέτρα και πάχος γύρω στα 5 εκατοστά. Ένα από αυτά λέγεται Γιάσιμ ή Γιάσνικ και από αυτό έφτιαχναν οι ντόπιοι στυλιάρια. Ρώτησα μερικούς Ντόπιους, πως λέγεται στα ελληνικά, αλλά κανένας δεν ήξερε. Από τις ακρανιές, που επίσης υπάρχουν άφθονες, κατασκευάζονταν ακόντια. Στέκει επομένως η παράδοση που λέει ότι ήταν δάσος που προμήθευε σάρισες, ακόντια κλπ. τους αρχαίους Μακεδόνες. Αλλά και η λεγόμενη γέφυρα του Μεγάλου Αλεξάνδρου δείχνει ότι η Δυτική Αλμωπία ήταν σημαντική για τους Μακεδόνες.

         Όταν η Ελλάδα προσάρτησε τη Μακεδονία, την μεν γέφυρα του Μεγάλου Αλεξάνδρου την ονόμασε, όπως την ονόμαζε η τοπική παράδοση, γιατί δίπλα εγκαταστάθηκαν δυο προσφυγικά χωριά. Τα δε Πότσιπ και Τσάριν Όρμαν τα ελληνοποίησε, γιατί τα γύρω χωριά είναι γηγενή μακεδονικά. Οι Μακεδόνες πρέπει να διασώσουν μερικές παραδόσεις, γιατί σύντομα θα χαθούν. Για παράδειγμα το γεγονός ότι οι παλιότεροι την Παναγία την ονόμαζαν και Μούσα (με παχύ σ) και είναι το αντίστοιχο του «Παρθένος», που παραπέμπει στις Μούσες, τις θεές δηλαδή της μουσικής, του χορού  και της διασκέδασης και κατοικούσαν στα Πιέρια. Αυτό είναι άλλη μια ένδειξη, ότι οι παράδοση των σύγχρονων Μακεδόνων φτάνει μέχρι την εποχή των αρχαίων Μακεδόνων. Οι νεότεροι, όμως, Μακεδόνες το αγνοούν αυτό.

 Οι αρχαίοι Μακεδόνες ούτε μετακόμισαν αλλού, ούτε αφανίστηκαν. Τους μετέτρεψαν σε σκλάβους οι Ρωμαίοι κατακτητές και μετά τον 9ο αιώνα τους μετονόμασαν σε Σλάβους.

Ιούλης 2021 Τραϊανός Πασόης

Τετάρτη 30 Ιουνίου 2021

Πόντιοι και Καππαδόκες στο πλευρό των Περσών εναντίον των Μακεδόνων

 


      

 

 

Γράφει ο Τραϊανός Πασόης 

   Οι Πόντιοι και οι Καππαδόκες και οι κάθε λογίς Τουρκόφωνοι, που εγκαταστάθηκαν στη Μακεδονία, ήταν οι πιο εχθρικοί και περιφρονητικοί για την καταγωγή των Μακεδόνων και την Μακεδονική κουλτούρα,

αλλά και πρωτοστατούσαν στα συλλαλητήρια «για την ελληνικότητα της Μακεδονίας και την μη χρήση του όρου από τους «Σκοπιανούς». Υποστηρίζουν, ότι οι σημερινοί Μακεδόνες είναι Σλάβοι ή Βούλγαροι και ότι οι αρχαίοι Μακεδόνες ήταν Έλληνες, όπως κι εκείνοι, κι άρα είναι νόμιμοι κληρονόμοι της γης τους.

         Εμείς το ανεχόμασταν και σωπαίναμε μέχρι πριν μερικά χρόνια, για να μη επιβαρύνουμε τον επαναπατρισμό των Μακεδόνων πολιτικών προσφύγων.

         Τι σχέση είχαν οι Πόντιοι και οι Τουρκόφωνοι Καππαδόκες με τους αρχαίους Μακεδόνες, το γράφουν οι αρχαίοι Έλληνες συγγραφείς. Ο Αρριανός, που ήταν ελληνόφωνος από τη Νικομήδεια της Μ.Ασίας, και που έγραψε για την εκστρατεία του Μ.Αλεξάνδρου στην Περσία, γράφει μεταξύ άλλων για την παράταξη των Περσικών δυνάμεων στην σημαντικότερη μάχη στα Γαυγάμηλα:

         «Αρμενίων δε Ορόντης και Μιθραύστης ήρχε, και Αράκης Καππαδόκων.»

(Των Αρμενίων αρχηγοί ήταν ο Ορόντης και ο Μιθραύστης, ενώ των Καππαδόκων ο Αριάκης).

         «του δε δεξιού οι τε Αρμενίων  και Καππαδοκών ιππείς προτετάχατο και άρματα δρεπανηφόρα πεντήκοντα, οι δε Έλληνες οι μισθοφόροι παρά Δαρείον τε αυτόν εκατέρωθεν και τους άμα αυτώ Πέρσας κατά την φάλαγγα αυτήν των Μακεδόνων ως μόνοι δη αντίρροποι τη φάλαγγι ετάχθησαν.»

 (Μπροστά από το δεξιό κέρας παρατάχθηκαν οι ιππείς των Αρμενίων και των Καππαδοκών και πενήντα δρεπανηφόρα άρματα. Οι μισθοφόροι Έλληνες παρατάχθηκαν από τις δυο μεριές του ίδιου του Δαρείου και των Περσών που ήταν μαζί του, απέναντι ακριβώς από τη φάλαγγα των Μακεδόνων, επειδή θεωρούνταν οι μόνοι ικανοί να την αντιμετωπίσουν.)

Εκείνη την εποχή η Καππαδοκία άρχιζε από τον Εύξεινο Πόντο κι έφτανε ως τη Συρία. Η έννοια Πόντος και Πόντιοι δεν υπήρχαν. Υπήρχε η Καππαδοκία προς τον Πόντο (Καππαδοκία παρά Πόντω) και η Μεγάλη Καππαδοκία ή Συρική.

Οι Καππαδόκες και μετά την διάλυση του Περσικού κράτους, αρνήθηκαν να υπαχθούν στην διοίκηση των διαδόχων του Αλεξάνδρου. Εξεγέρθηκαν κατά του Λυσίμαχου και του Αντίγονου και τους έδιωξαν από το μεγαλύτερο μέρος της Καππαδοκίας και τις γύρω περιοχές. Ίδρυσαν δυο κράτη. Την Καππαδοκία προς τον Πόντο με ηγεμόνες την Περσική δυναστεία των Μιθριδατών και την Μεγάλη Καππαδοκία με ηγέτη τον Αριαράθη. Οι Μιθριδάτες ήταν θαυμαστές του αρχαίου Ελληνικού πολιτισμού και χρήστες της Ελληνικής γλώσσας. Σ’ εκείνους οφείλεται η ύπαρξη ελληνικών στοιχείων στην Ποντιακή γλώσσα. Εκείνοι ως ελληνιστές καθιέρωσαν και τον όρο Πόντος και Πόντιοι. Είναι οι γεννήτορες «της Ποντιακής φυλής».

 Εκείνοι οι φανατικοί πολέμιοι των αρχαίων Μακεδόνων, εμφανίζονται σήμερα ως κληρονόμοι τους και υψώνουν την σημαία με το ήλιο της Βεργίνας στους συλλόγους και τις λέσχες τους. Και μάλιστα απαιτούν από τους σύγχρονους Μακεδόνες να μη χρησιμοποιούν το λάβαρο της Μακεδονικής δυναστείας, διότι τους λένε δεν είναι απόγονοι εκείνων των Μακεδόνων. Οι Μακεδόνες της Ελλάδας είτε από άγνοια είτε από φόβο, το ανέχονται αυτό και σωπαίνουν.

Οι εγκυκλοπαίδειες αναφέρουν τους Καππαδόκες ως έθνος Ασιατικό. Η εγκυκλοπαίδεια που τυχαίνει να έχω (Νέα Δομή) γράφει στο λήμμα Καππαδοκία:

 «Από μερικούς, το όνομα Καππαδοκία αποδίδεται στους Πέρσες κατακτητές της (στα περσικά Καππαδοκία = χώρα των ωραίων ίππων). Κατ’ άλλους, και το πιθανότερο, από τους Καππαδόκες, έθνος ιαπετικό, που εγκαταστάθηκε στη χώρα όχι νωρίτερα από το 1600 π.Χ…».

Ο Έλληνας ιστορικός Αρριανός δεν τους θεωρεί Έλληνες και τους αναφέρει ξεχωριστά από εκείνους. Αλλά και Έλληνες να υποθέσουμε πως ήταν, και οι Έλληνες πολεμούσαν στο πλευρό των Περσών και μάλιστα αποτελούσαν την προσωπική φρουρά του Δαρείου. Δεν ήξεραν εκείνοι οι Έλληνες, ότι και οι Μακεδόνες ήταν Έλληνες και το ξέρουν τα σημερινά λαμόγια του «Ελληνισμού», οι επαγγελματίες παραχαράκτες της ιστορίας.

Η ιστορία του Αρριανού είναι γεμάτη από συγκρούσεις των Ελλήνων πολεμιστών του Δαρείου με τους Μακεδόνες του Αλαξάνδρου. Όσοι θέλουν να ξέρουν την πραγματική ιστορία, ας μη αρκούνται στην επιλεκτική και πλαστογραφημένη του καθεστώτος των Αθηνών, κι ας διαβάσουν την πραγματική ιστορία από αρχαίους Έλληνες συγγραφείς, όπως ο Αρριανός, ο Ηρόδοτος κλπ., την ιστορία των Καππαδόκων, τμήμα των οποίων ήταν και οι Πόντιοι πριν τον Μιθριδάτη, κι ας σταματήσουν να αμφισβητούν τα δικαιώματα των Μακεδόνων στη γη τους.

Τραϊανός Πασόης 

  Ιούνης 2021

Κυριακή 21 Φεβρουαρίου 2021

Από τον γάμο της αδελφής μου

 https://www.youtube.com/watch?v=-mdZ5Rv1fUA&feature=share&fbclid=IwAR2XbDKdUKH8GVn8gWy44ida4UjGm2tNUQPQtoDdLc2Y_tXzLoHHy6MpW0M

https://youtu.be/-mdZ5Rv1fUA?t=58

Σάββατο 21 Νοεμβρίου 2020

Ποιοι Αντιστάθηκαν στην Κατάκτηση της Μακεδονίας από τους Τούρκους

 


Από την κατάκτηση της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας (Βυζαντίου) από τους Τούρκους, οι Νεοέλληνες θρηνούν και μιλούν μόνο για την Κατάκτηση της Κωνσταντινούπολης το 1453. Για την κατάκτηση της Μακεδονίας και της Θράκης, αλλά και των άλλων Βαλκανικών χωρών, κανένας δεν μιλάει και δεν θρηνεί.

 

Η αλήθεια είναι ότι στα Βαλκάνια έφεραν τους Τούρκους, αρχικά ως μισθοφόρους, οι Ρωμαίοι ηγεμόνες στα πλαίσια της διαμάχης τους για τη θέση του αυτοκράτορα. (Δυναστεία Καντακουζηνών εναντίον δυναστείας Παλαιολόγων). Οι Παλαιολόγοι που επικράτησαν τελικά, συνάψανε συνθήκη φιλίας και συνεργασίας με τους Οθωμανούς και τους επιτρέψανε να εγκατασταθούν μόνιμα στην Ανατολική Θράκη και να κάνουν πρωτεύουσά τους την Αδριανούπολη. Για τους Βαλκανικούς λαούς, που ήταν επί αιώνες υποτελείς τους, δεν ενδιαφέρθηκαν απολύτως καθόλου.

 Αντίσταση κατά της εισβολής των Οθωμανών στα Βαλκάνια προέβαλαν μόνο οι Βαλκάνιοι ηγεμόνες. Εκμεταλλευόμενοι την παρακμή και αποσύνθεση της Βυζαντινής εξουσίας, αυτονομήθηκαν τελείως από αυτήν και δημιούργησαν μια ευρύτερη συμμαχία. Την ηγεσία εκείνης της συμμαχίας ανέλαβε η σέρβικη δυναστεία των Νεμάνια. Ήταν οι πλέον έμπειροι στην οργάνωση κρατικής δομής, καθώς το Βυζάντιο τους είχε αναγνωρίσει κάποιου είδους αυτονομία από τον 9ο αιώνα.    

Ο ηγεμόνας των Σέρβων Στέφανος Ντουσάν συγκάλεσε στα Σκόπια στις 16 Απριλίου 1346 μια τεράστια ιεροσύναξη, στην οποία συμμετείχαν ο Αρχιεπίσκοπος Σερβίας Ιωαννίκιος, ο Αρχιεπίσκοπος Οχρίδας Νικόλαος, ο αρχιεπίσκοπος Βουλγαρίας Συμεών, πολλοί ηγούμενοι των μονών του Αγίου Όρους και άλλων μονών, όπως εκείνες των Μετεώρων (Καλαμπάκας), οι επίσκοποι των επαρχιών και δημιούργησαν δικό τους Πατριαρχείο με πρώτο Πατριάρχη τον  Ιωαννίκιο της Σερβίας. Αμέσως μετά σε μια πανηγυρική τελετή ανακήρυξαν τον Στέφανο Ντουσάν ως Αυτοκράτορα Σέρβων και Ρωμαίων. Έτσι τα Σκόπια έγιναν το κέντρο ενός νεοδημιούργητου κράτους , του οποίου η επικράτεια έφτανε από τον Δούναβη στο βορά μέχρι και  την Θεσσαλία και την Ήπειρο στο νότο. Οι Βυζαντινοί ιστοριογράφοι αναφέρουν αυτό το κράτος ως κράτος των Σέρβων, γιατί η δυναστεία που το διοικούσε, ήταν σέρβικης καταγωγής. Δυστυχώς η ιστορία των νικητών αναφέρει μόνο όσους λαούς είχαν αυτόνομη πολιτική παρουσία. Έτσι οι Μακεδόνες, Οι Θράκες, οι Βλάχοι, οι Θεσσαλοί, οι Αλβανοί κλπ., αν και συμμετείχαν στη δημιουργία εκείνου του κράτους, δεν αναφέρονται ξεχωριστά.

Το Πατριαρχείο Κωνσταντινούπολης Αναθεμάτισε όσους συμμετείχαν στις θρησκευτικές και πολιτικές διεργασίες των Σκοπίων και τους χαρακτήρισε αυθαίρετους και σχισματικούς. Υποστήριξε ότι «οι Σλάβοι Βασιλείς» δεν είχαν δικαίωμα ίδρυσης Πατριαρχείου. Υπόψη ότι το Πατριαρχείο Κωνσταντινούπολης το είχαν ιδρύσει οι Ρωμαίοι κατακτητές, οι οποίοι και σταύρωσαν τον Χριστό. Μόνο εκείνοι είχαν δικαίωμα ίδρυσης Πατριαρχείων και όχι οι υπόδουλοι λαοί. Υπόψη, επίσης, ότι η επικράτεια της Αρχιεπισκοπής Οχρίδας περιλάμβανε εκτός από την Μακεδονία και τη Θεσσαλία, την Ήπειρο και την Αλβανία και είχε ιδρυθεί από τον Σαμουήλ ως Πατριαρχείο.

Οι Ρωμαίοι είχαν αναγνωρίσει μια μορφή αυτονομίας στους Σέρβους από τον 9ο αιώνα και αυτό τους είχε δώσει την ευκαιρία να δημιουργήσουν ηγεμονική (βασιλική) παράδοση και να αποκτήσουν πολιτική εμπειρία, κάτι που δεν είχαν άλλοι βαλκανικοί λαοί. Έτσι η σέρβικη δυναστεία των Νεμάνια εύκολα επιβλήθηκε στους άλλους.  Ουσιαστικά εκείνο το κράτος ήταν πανβαλκανικό.  Ήταν ένα είδος χαλαρής ομοσπονδίας. Η Μακεδονία ήταν χωρισμένη σε δυο αυτόνομα κρατίδια. Στο ανατολικό με πρωτεύουσα τις Σέρρες και περιελάμβανε την ανατολική Μακεδονία και τη Δυτική Θράκη και το δυτικό με πρωτεύουσα αρχικά τα Σκόπια και μετά το Πρίλεπ και περιλάμβανε την Κεντρική και Δυτική Μακεδονία. Σύμφωνα με την νεοελληνική βλακεία εκείνο το πανβαλκανικό κράτος θα μπορούσε να λέγεται «Σκοπιανό», καθώς επίκεντρο εκείνου του καθεστώτος  είχαν γίνει τα Σκόπια.

Οι δυνάμεις του Στέφανου Ντουσάν, εκμεταλλευόμενες τον εμφύλιο μεταξύ Παλαιολόγων και Καντακουζηνών, εύκολα απελευθέρωσαν τη νότια Μακεδονία πλην Θεσσαλονίκης και μέρος της Δυτικής Θράκης. Η κατάληψη της Θεσσαλονίκης ήταν δύσκολη, καθώς οι συμμαχικές δυνάμεις ανίσχυρες ακόμη και άπειρες, δεν είχαν πολιορκητικές μηχανές και  ναυτικό για να την αποκλείσουν από τη μεριά της θάλασσας. Ο Ντουσάν πέθανε το 1355 και ο διάδοχός του δεν είχε ηγετικές ικανότητες, αλλά και πέθανε τον Δεκέμβριο του ιδίου έτους. Έτσι τα αυτόνομα κρατίδια αυτονομήθηκαν τελείως. 

Τις διεργασίες εκείνες δεν τις περιέγραψαν κάποιοι επαγγελματίες ιστορικοί, καθώς η αυτοκρατορία της Κωνσταντινούπολης ήταν σε πολύπλευρη παρακμή, ενώ τα αυτονομημένα βαλκανικά βασίλεια δεν είχαν προλάβει να δημιουργήσουν δική τους ιστορική κουλτούρα.

Για να κατανοήσουμε την εύκολη αυτονόμηση των ομόσπονδων κρατιδίων της αυτοκρατορίας του Ντουσάν, πρέπει να λάβουμε υπόψη την πολιτικοθρησκευτική και αντιφεουδαρχική δραστηριότητα που εμφανίστηκε στα Βαλκάνια μετά τον 10ο αιώνα και είναι γνωστή ως Μπογκομιλισμός (βογομιλισμός). Οι Μπογκομίλοι απέρριπταν τα μυστήρια, τις ιεροτελεστίες και την ιεραρχία και θεωρούσαν ειδωλολατρία την λατρεία των εικόνων. Εκείνο, όμως, που ενοχλούσε το αυταρχικό καθεστώς του Βυζαντίου, ήταν το γεγονός πως διακήρυτταν ότι εκ θεού δεν νομιμοποιείται καμία εξουσία των φεουδαρχών και των δεσποτάδων πάνω στους ανθρώπους και ότι όλοι οι άνθρωποι είναι ίσοι και έχουν ίσα δικαιώματα πάνω στη γη τους. Για τον πατριαρχικό κλήρο υποστήριζαν ότι έχει ξεφύγει τελείως από τις χριστιανικές αξίες και ότι έχει γίνει όργανο της φεουδαρχίας και του διαβόλου. Έτσι εξηγείται το γεγονός ότι οι Βαλκάνιοι προτίμησαν την ηγεμονία, αρχικά του Σαμουήλ, στη συνέχεια της Βλάχικης δυναστείας των Ασάν και της σέρβικης δυναστείας των Νεμάνια από εκείνη του Βυζαντίου. Ο δεσποτισμός της δυναστείας των Νεμάνια στάθηκε η αιτία που η πανβαλκανική αυτοκρατορία του Στέφανου Ντουσάν διαλύθηκε και οι Βαλκάνιοι δεν αντιμετώπισαν ενωμένοι την τουρκική εισβολή.

         Παρόλα αυτά οι κατά τόπους ηγεμόνες συνέχισαν τον αγώνα τους. Επιχείρησαν να διώξουν του Τούρκους εισβολείς από τα Βαλκάνια και μάλιστα το 1371 πολιόρκησαν την Αδριανούπολη, πού είχε γίνει η πρωτεύουσά τους μετά τη συμφωνία τους με τους Βυζαντινούς. Στην πιο σημαντική μάχη, όμως, στις 26 Σεπτεμβρίου 1371, στο Τσέρνομεν ή Τσίρμεν, (σημερινό Ορμένιο) του Μαρίτσα (σημερινού Έβρου) ηττήθηκαν από τον πιο εμπειροπόλεμο, πολυπληθέστερο και καλύτερα εξοπλισμένο στρατό των Τούρκων.

Κατά τη μάχη του Μαρίτσα (Έβρου) το 1371 το βάρος το σήκωσαν οι ηγεμόνες της Μακεδονίας Βολκασίν (Σκοπίων) και Ιβάν Ουγκλες (Σερρών), διότι μετά τον θάνατο του Στέφανου Ντουσάν (1355) και του διαδόχου του, το Σέρβικο Πατριαρχείο ανακήρυξε Αυτοκράτορα των Σέρβων και των Ρωμαίων τον Στέφαν Λάζαρ ως νόμιμο διάδοχο της δυναστείας Νεμάνια. Οι ηγεμόνες, όμως, των άλλων χωρών δεν τον αναγνώρισαν και αυτονομήθηκαν. Εξάλλου ο ηγεμόνας των Σκοπίων Βολκασίν είχε τον τίτλο του βασιλιά. Πριν τη μάχη του Έβρου, εκείνος όρισε ως διάδοχό του τον μεγαλύτερο γιό του τον Μάρκο. Είναι ο γνωστός από τις λαϊκούς θρύλους της Μακεδονίας για τις ικανότητές του και τα κατορθώματά του, Κράλη Μάρκο. Το γεγονός ότι οι ηγεμόνες της Μακεδονίας εύκολα αυτονομήθηκαν από τον Σέρβο Αυτοκράτορα και το Σέρβικο Πατριαρχείο, δείχνει ότι οι αξιωματούχοι και ο στρατός τους, τουλάχιστον στη μεγάλη του πλειοψηφία δεν ήταν σέρβικος. Έγινε δηλαδή κάτι ανάλογο μ’ αυτό που έγινε στην Ελλάδα μετά τη δημιουργία της, όπου ο βασιλιάς και περίπου 4.000 αξιωματούχοι ήταν Βαυαροί, αλλά η πλειοψηφία του στρατεύματος και ο λαός ήταν Ρωμιοί (Γραικοί).

Κατά τη μάχη του Έβρου σκοτώθηκαν οι ηγεμόνες Βολκασίν και Ιβάν Ούγκλες. Έτσι ο γιός του Βολκασίν, Μάρκος, έγινε κράλης (κράλ = βασιλιάς) και συνέχισε τον αγώνα. Εκείνη την ήττα, όμως, την εκμεταλλεύτηκαν οι Σέρβοι και ανακατέλαβαν τα Σκόπια (1377). Έτσι ο Κράλε Μάρκο έκανε πρωτεύουσα του κράτους του το Πρίλεπ. Το ίδιο έκαναν και οι Βυζαντινοί που  ανακατέλαβαν για κάποιο διάστημα τις Σέρρες, την Έδεσσα και τη Βέροια. Τους Μακεδόνες και Θράκες, συμπεριλαμβανομένων των Βλάχων, που αντιστέκονταν στους Τούρκους, δεν τους βοήθησαν ούτε οι Σέρβοι, ούτε οι Βούλγαροι. Έτσι ο Κράλε Μάρκο συνέχισε τον αγώνα μόνος του. Μετά από μερικά χρόνια άνισου αγώνα, όμως, αναγκάσθηκε να συνθηκολογήσει με τους Οθωμανούς. Λίγο αργότερα οι Σέρβοι ηττήθηκαν στη μάχη του Κοσσόβου (1489) και οι Βούλγαροι το 1893 και έχασαν την αυτονομία τους. Υπάρχουν πάμπολλοι θρύλοι στη Μακεδονία για τον αγώνα και τις ικανότητες του Μάρκο, αλλά οι Νεοέλληνες μαθαίνουν μόνο την ιστορία της Βυζαντινής ολιγαρχίας. Οι Βυζαντινοί, που αργότερα μετονομάστηκαν σε Έλληνες, όχι μόνο δεν βοήθησαν τους Βαλκανικούς λαούς, αλλά και πολλοί απ΄εκείνους στήριζαν τους Τούρκους εισβολείς. Ένας Ρωμιός στρατηγός απ’ εκείνους ήταν ο Εβρενός, που συμμετείχε στη μάχη του Μαρίτσα στο πλευρό των Τούρκων και στη συνέχεια, εξισλαμίστηκε κι έγινε πασάς των Γιαννιτσών.

Κατά τη μάχη του Έβρου δεν υπήρχε λαός με το όνομα Έλληνες. Οι Βυζαντινοί, μεταξύ των οποίων και οι Πόντιοι, που αργότερα μετονομάστηκαν σε Έλληνες, είχαν συνθήκη φιλίας και συνεργασίας με τους Οθωμανούς. Το ίδιο και οι Πελοποννήσιοι, που εκείνη την εποχή είχαν το σλάβικο όνομα Μοραϊτες και η χώρα τους λέγονταν Μοριάς. Χάρη σ΄εκείνη τη συμφωνία, το Δεσποτάτο του Μοριά, που αργότερα έγινε ο πυρήνας του Νεοελληνικού κράτους, κράτησε την αυτονομία του ακόμα και μετά την Άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1953. Τελικά ο Δεσπότης του Μοριά Δημήτριος Παλαιολόγος παρέδωσε με συμφωνία την Πελοπόννησο στους Τούρκους. Εκείνοι, ως ανταμοιβή, τον έκαναν φοροεισπράκτορα της περιοχής του Αίνου της Θράκης. Τους χριστιανούς φεουδάρχες του Μοριά τους έκαναν τοπάρχες και φοροεισπράκτορες, με δικαίωμα να κρατούν για τον εαυτό τους ένα μέρος των φόρων. Είναι οι γνωστοί ως Κοτζαμπάσηδες.

Αυτοί οι Κοτζαμπάσηδες με τους άλλους Ρωμιούς συνεργάτες των Τούρκων, που είναι γνωστοί ως «Άρχοντες του Γένους» και οι δεσπότες ως «Πατέρες του Γένους», τέσσερις αιώνες αργότερα απετέλεσαν τον πυρήνα της δημιουργίας του νεοελληνικού έθνους. Συμμάχησαν με τους ξένους κηδεμόνες της Ελλάδας κι έγιναν η άρχουσα τάξη της Ελλάδας. Οι πραγματικοί επαναστάτες που σήκωσαν το βάρος του απελευθερωτικού αγώνα το 1821, είτε δολοφονήθηκαν είτε φυλακίστηκαν είτε παραγκωνίστηκαν και πέθαναν πάμφτωχοι. Ηγέτες του νέου κράτους δεν έγιναν, όπως γίνονται οι ηγέτες των απελευθερωτικών αγώνων. Οι Δοσίλογοι συνεργάτες των κατακτητών, που έγιναν άρχουσα τάξη του νέου κράτους, μετέτρεψαν το πολυεθνικό ποίμνιο του Ορθόδοξου Πατριαρχείου σε νεοελληνικό έθνος. Δίδαξαν στο ποίμνιό τους την ιστορία τους ωραιοποιημένη και τιμούν σήμερα υποκριτικά τους επαναστάτες του 1821. Το ποίμνιο δεν έμαθε ποτέ την πραγματική ιστορία της δημιουργία του νεοελληνικού κράτους και έθνους. Μόνο όσοι ξέφυγαν από το μαντρί των ψευτών εξουσιαστών ξέρουν την πραγματική ιστορία. Μεταξύ αυτών είναι και οι αναγνώστες της παρούσας ηλεκτρονικής εφημερίδας.

Νοέμβριος 2020   Τραϊανός Πασόης

 

 

Δευτέρα 26 Οκτωβρίου 2020

Απελευθέρωση ή παραχώρηση της Θεσσαλονίκης?

 

Από ποιους τα πήραν οι Τούρκοι?

Οι καθεστωτικοί ψεύτες  των Αθηνών λένε ότι τη Μακεδονία και ειδικά τη Θεσσαλονίκη, όταν το 1912 τις παρέδωσαν οι Τούρκοι, είπαν ότι: «Από τους Έλληνες την πήραμε και σ’ αυτούς την παραδίνουμε!». Αυτό περιέχει μια μεγάλη αλήθεια. Η Θεσσαλονίκη και γενικά η Κεντρική Μακεδονία δεν απελευθερώθηκαν από τον ελλαδικό στρατό, αλλά παραδόθηκαν σ΄αυτόν από τους Τούρκους. Χωρίς εκείνη τη σχεδιασμένη παράδοση, η Θεσσαλονίκη και η ευρύτερη περιοχή θα καταλαμβάνονταν από τη Βουλγαρία.

Ο ελλαδικός στρατός με επικεφαλής τον διάδοχο Κωνσταντίνο προχωρούσε με δυσκολία στη Δυτική Μακεδονία και κατευθύνονταν προς τη Μπίτολα. Τότε παρενέβη ο πρωθυπουργός Ε.Βενιζέλος και μετά από έντονη αντιδικία διέταξε τον διάδοχο Κωνσταντίνο, που ηγούνταν του ελλαδικού εκστρατευτικού σώματος, να κινηθεί εσπευσμένα προς τη Θεσσαλονίκη.

Τι μεσολάβησε και οδήγησε τον Βενιζέλο να παρέμβει τόσο αποφασιστικά, φαίνεται από την εξέλιξη των γεγονότων. Ο ελλαδικός στρατός πέρασε τα στενά του Αλιάκμονα μεταξύ Κοζάνης και Βέροιας, όπου ήταν εύκολο να αναχαιτιστεί, χωρίς να συναντήσει καμία αντίσταση από τους Τούρκους. Οι τουρκικές φρουρές Βέροιας, Νάουσας, Σκύδρας, Έδεσσας, παραδόθηκαν αμαχητί στον ελλαδικό στρατό. Στα Γιαννιτσά, που ήταν ιερό κέντρο για τους Τούρκους, η τοπική φρουρά αντέταξε κάποια αντίσταση το απόγευμα της 19ης Οκτώβρη. Όταν, όμως, ως αργά το βράδυ κατέφθασε το σύνολο του ελλαδικού εκστρατευτικού σώματος, η τουρκική φρουρά βλέποντας το πολλαπλάσιο μέγεθός του και χωρίς βοήθεια από τον τουρκικό στρατό Θεσσαλονίκης, κατάλαβε ότι ήταν αδύνατο να συγκρατήσει τον πολυπληθέστερο στρατό των επιτιθεμένων. Έτσι εγκατέλειψε τις θέσεις του και το επόμενο πρωί ο ελλαδικός στρατός εισήλθε στην πόλη χωρίς καμιά δυσκολία.

Παρόλο που προχωρούσε ανενόχλητος ο ελλαδικός στρατός, χρειάστηκαν 3-4 μέρες για να περάσει τον αφύλακτο Αξιό ποταμό και να στρατοπεδεύσει στο διπλανό χωριό Τοψίν (σημερινή Γέφυρα). Τότε συνέβη κάτι ασυνήθιστο και εξωφρενικό για τα στρατιωτικά δεδομένα. Επισκέφτηκε τον διάδοχο Κωνσταντίνο ο Τούρκος στρατηγός απεσταλμένος του Χασάν Ταξίν Πασά της Θεσσαλονίκης, συνοδευόμενος από τους προξένους των Δυτικοευρωπαίων κηδεμόνων της Ελλάδας και πρότεινε στον Κωνσταντίνο να του παραδώσει την Πόλη και την ευρύτερη περιοχή. Στην αρχή ο Τούρκος στρατηγός έθεσε όρους, οι οποίοι απορρίφθηκαν από τον Κωνσταντίνο και τελικά συμφώνησαν να γίνει παράδοση άνευ όρων. Η παρουσία των Ευρωπαίων προξένων κρίθηκε αναγκαία, για να αποφευχθούν οι αμφιβολίες του Κωνσταντίνου ως προς τις ειλικρινείς προθέσεις των Τούρκων. Το πιθανότερο είναι να τις θεωρούσε ως μπλόφα ή παγίδα των Τούρκων και να καθυστερούσε την προέλαση. Και η παραμικρή, όμως, καθυστέρηση θα είχε ως αποτέλεσμα την κατάληψη της Θεσσαλονίκης από τους Βουλγάρους.

Γιατί, λοιπόν, ο Ταξίν Πασάς και οι Ευρωπαίοι πρόξενοι ήθελαν να παραδώσουν τη Θεσσαλονίκη στην Ελλάδα?

Οι Τούρκοι δεν ήθελαν την κατάληψη της Θεσσαλονίκης και της Κεντρικής Μακεδονίας από τους Βουλγάρους, καθώς εκείνοι υιοθετούσαν τις περισσότερες επιδιώξεις του Μακεδονικού αυτονομιστικού κινήματος, σημαντικότερη από τις οποίες ήταν η απαλλοτρίωση των τσιφλικιών και η παραχώρησή τους στους ντόπιους αγρότες. Έτσι προτιμούσαν την παραχώρηση της κεντρικής Μακεδονίας στην Ελλάδα κατά τα πρότυπα της παραχώρησης της Θεσσαλίας το 1881. Η Ελλάδα πήρε τη Θεσσαλία, αλλά σεβάστηκε τις περιουσίες των Τούρκων τσιφλικάδων.  

Οι Αγγλογάλοι κηδεμόνες της Ελλάδας δεν ενδιαφέρονταν για την βορειοδυτική Μακεδονία, αλλά για την κεντρική, λόγω της στρατηγικής της θέσης. Έτσι, αφενός μεν συστήσανε στον πολιτικό υποτελή τους πρωθυπουργό Βενιζέλο, να διατάξει τον Βασιλιά να εγκαταλείψει την προς βορά επίθεσή του και να κινηθεί προς τη Θεσσαλονίκη, αφετέρου δε οι πρόξενοί τους στη Θεσσαλονίκη έπεισαν τον Διοικητή Χασάν Ταξίν Πασά, να κάνει, ότι είχαν κάνει το 1881 με τη Θεσσαλία. Να παραδώσει τη Θεσσαλονίκη και την ευρύτερη περιοχή στην Ελλάδα, με αντάλλαγμα να προστατευθούν οι περιουσίες των Τούρκων.

Το ότι οι Τούρκοι είπαν: «Από τους Έλληνες την πήραμε και σ΄αυτούς την παραδίνουμε», είναι απόλυτα ψευδές. Τη Θεσσαλονίκη οι Τούρκοι την πήραν το 1430 από τους Βενετούς.

Οι Οθωμανοί το 1422 πολιόρκησαν την Κωνσταντινούπολη. Ο αυτοκράτορας Μανουήλ καταλαβαίνει ότι το βασίλειό του δεν έχει πια μέλλον. Έτσι, για να εξασφαλίσει χρήματα για την άμυνα της πόλης, βάζει το γιο του Ανδρόνικο Β’ Παλαιολόγο, που ήταν διοικητής της Θεσσαλονίκης και, όπως γράφει ο Βυζαντινός χρονικογράφος Γ.Φραντζής, να πουλήσει την πόλη το 1423 έναντι 50.000 δουκάτων στούς Βενετούς. Οι Θεσσαλονικείς «πήγαν πακέτο» και δεν τους ρώτησε κανείς.

Το 1830 πολιόρκησαν την πόλη οι Οθωμανοί. Οι ηγούμενοι των μονών του Αγίου Όρους, που δεν συμπαθούσαν τους Καθολικούς Βενετούς και είχαν περιουσίες (μετόχια) στην πόλη, για να μη χάσουν τα προνόμια που είχαν επί Βυζαντίου, ήρθαν σε συμφωνία με τον Σουλτάνο. Αυτοί θα διευκόλυναν την κατάληψη της πόλης, ενώ εκείνος θα σέβονταν τα προνόμιά τους. Σύμφωνα με χειρόγραφο του 16ου αιώνα, οι μοναχοί της μονής Βλαττάδων υπέδειξαν στους Οθωμανούς τα αδύνατα σημεία της άμυνας της πόλης. Εκεί οφείλεται το γεγονός, ότι οι Οθωμανοί δεν αφαίρεσαν τα προνόμια των μονών, μεταξύ των οποίων και τις τεράστιες εκτάσεις γης, από τις οποίες είχαν μεγάλα έσοδα.

 Ο Άγιος Δημήτριος ούτε βοήθησε, ούτε τον θυμήθηκε κανένας. Σήμερα τον τιμούν ως προστάτη της Θεσσαλονίκης, εκείνοι που την πούλησαν έναντι χρημάτων ή προνομίων.


Παρασκευή 2 Οκτωβρίου 2020

Απελευθέρωση ή Κατάκτηση της Μακεδονίας?

         Ο Οκτώβρης είναι μήνας κατά τον οποίο πολλές Μακεδονικές πόλεις και τα γύρω απ’ αυτές χωριά, γιορτάζουν την «απελευθέρωσή τους από τον Τουρκικό ζυγό» και την προσάρτησή τους στην Ελλάδα. Οι πόλεμοι που έκριναν την τύχη της Μακεδονίας, ονομάστηκαν Βαλκανικοί Πόλεμοι (Α’ και Β’).

Η επίσημη εκδοχή για την κήρυξη του πολέμου ήταν η απόρριψη της διακοίνωσης της συμμαχίας Ελλάδας, Βουλγαρίας, Σερβίας και Μαυροβουνίου προς τον Σουλτάνο. Η διακοίνωση αυτή, που έγινε στα τέλη Σεπτέμβρη 1912, απαιτούσε από τον Σουλτάνο να κάνει μεταρρυθμίσεις, ώστε να αποδοθεί στους Βαλκανικούς χριστιανικούς λαούς της επικράτειάς του πολιτική και οικονομική αυτονομία και ανθρώπινα δικαιώματα. Η διακοίνωση απορρίφθηκε από τον Σουλτάνο και οι σύμμαχοι άρχισαν τον πόλεμο εναντίον του στις 5 Οκτωβρίου 1912.

Το διάγγελμα του βασιλιά της Ελλάδας Γεωργίου, ως αιτία του πολέμου, αναφέρει:

«… Επίτευξη και εξασφάλιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων των υπό του τουρκικού ζυγού Χριστιανών. Η Ελλάς … αναλαμβάνει τον ιερόν αγώνα του δικαίου και της ελευθερίας των καταδυναστευομένων λαών της Ανατολής…».

Οι διακρατικές συμφωνίες που έκανε η Ελλάδα με Βουλγαρία και Σερβία, απολύτως πουθενά δεν ανέφεραν, όσα έλεγαν στις διακηρύξεις τους. Ανέφεραν μόνο τον όρο της διανομής των εδαφών, βάσει της στρατιωτικής κατοχής. Η γνώμη και τα δικαιώματα του Μακεδονικού λαού δεν αναφέρονται πουθενά. Η Ελλάδα, δηλαδή, συμφώνησε με Βουλγαρία και Σερβία να προσαρτήσουν τα τμήματα της Μακεδονίας που θα καταλάμβαναν. Αντιμετώπισε, δηλαδή, την Μακεδονία ως μια χώρα μη ελληνική, ενώ αν την θεωρούσε ελληνική, έπρεπε τουλάχιστον να την διεκδικήσει.

Επειδή θεωρούνταν κατακτητές, στις πρώτες κυβερνητικές αποφάσεις τους, αποκαλούν τα εδάφη που κατέκτησαν «Καταληφθείσαις χώρες». Όταν αργότερα επεξεργάστηκαν τις θεωρίες τους για την Μακεδονία, το «καταληφθείσες», έγινε «απελευθερωθείσες» και οι ίδιοι τους από κατακτητές αυτοονομάστηκαν απελευθερωτές. Στη συνέχεια επεξεργάστηκαν την παραποιημένη ιστορία, που μας λένε σήμερα. Η εκκλησία της Ελλάδας κατονόμαζε τα κατακτηθέντα εδάφη «Νέες Χώρες».  

 


 

Η ίδια η πραγματικότητα δείχνει αν είναι απελευθερωτές ή κατακτητές. Αν απελευθερωνόταν η Μακεδονία, οι γηγενείς Μακεδόνες (Μακεδονόφωνοι, Ελληνόφωνοι, Βλαχόφωνοι κ.α.) θα διοικούσαν τη χώρα τους, θα διορίζονταν στο δημόσιο και τους κάθε είδους οργανισμούς, η γη θα διανέμονταν στους ντόπιους αγρότες που την καλλιεργούσαν, το εμπόριο, η βιοτεχνία και η βιομηχανία, οι μεταφορές και γενικά η οικονομία θα ελέγχονταν από ντόπιους. Ότι έγινε δηλαδή με την απελευθέρωση της Ελλάδας. Η Μακεδονική, η Βλάχικη και οι άλλες τοπικές γλώσσες και κουλτούρες θα καλλιεργούνταν ελεύθερα.

Τι έγινε στην πραγματικότητα

Χιλιάδες ντόπιοι της Μακεδονίας εξοντώθηκαν, φυλακίστηκαν ή εξορίστηκαν και η πλειοψηφία τους εκδιώχθηκε από τη γη των προγόνων τους. Όσοι εξοντώθηκαν ή εκδιώχθηκαν από την πατρίδα τους σε έναν αιώνα Γκρεκοκρατίας, δεν έπαθαν το ίδιο σε είκοσι έναν αιώνες Τουρκοκρατίας και Ρωμαιοκρατίας. Όσοι απέμειναν τρομοκρατήθηκαν, καταπιέστηκαν κι εξαναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τις μητρικές τους γλώσσες και την εθνική τους ταυτότητα. Η γη που δικαιωματικά ανήκει στους ντόπιους, μοιράστηκε στους νέους εποίκους, που εγκατέστησε ο νέος δυνάστης. Οι ντόπιοι που είχαν αποσυρθεί επί τουρκοκρατίας στα άγονα και ορεινά, έμειναν με τα ίδια αγροκτήματα, ενώ εκείνοι που ζούσαν στα γόνιμα πεδινά, πήραν πολύ μικρούς αγροτικούς κλήρους. Μόνο χάρη στη σκληρή δουλειά, την λιτότητα και τις εντατικές καλλιέργειες κατάφεραν να επιβιώσουν. Στο δημόσιο διορίζονταν μόνο έποικοι και κυρίως Πελοποννήσιοι, Κρητικοί και από τους πρόσφυγες εποίκους οι πιο απαιτητικοί από τα βάθη της Μ.Ασίας. Οι Ελληνόφωνοι ντόπιοι είχαν ελαφρώς καλύτερη μεταχείριση. 

Οι μη Ελληνόφωνοι Μακεδόνες άρχισαν να διορίζονται σιγά σιγά στο δημόσιο, από τη δεκαετία του 1970 και εντεύθεν και πάλι σε μικρότερο ποσοστό από τους εποίκους. Σ’ αυτό συνέβαλε η δημιουργία της Λαϊκής Δημοκρατίας Μακεδονίας και η μαζική στήριξη των Μακεδόνων κατά τον Εμφύλιο προς το ΚΚΕ. Η λογική της καταδίωξης αντικαταστάθηκε από την λογική  της ενσωμάτωσης. Οι πλουτοπαραγωγικές πηγές της Μακεδονίας χρησιμοποιήθηκαν για την οικονομική ανάπτυξη της Ελλάδας. Το ηλεκτρικό ρεύμα από τα λιγνιτωρυχεία της Δυτικής Μακεδονίας, για παράδειγμα, παρείχε φθηνή ενέργεια για την ανάπτυξη της Ελλάδας και στους Μακεδόνες χρεώνονταν το ηλεκτρικό ρεύμα στην ίδια τιμή με τους παλαιοελλαδίτες, αν και είχε μικρότερο κόστος μεταφοράς στη Μακεδονία και ήταν Μακεδονικός πλούτος. Αλλά και στη ΔΕΗ αντί, λόγω εντοπιότητας, να διορίζονται Μακεδόνες, διορίζονταν Πελοποννήσιοι, Κρητικοί, Πόντιοι κλπ.

Η Ελλάδα χαρακτήρισε τα κτήματα των Τούρκων τσιφλικάδων στη Μακεδονία ως «Ανταλλάξιμη περιουσία» και τα αντάλλαξε με τις περιουσίες των προσφύγων. Γιατί, όμως, τα χαρακτήρισε ανταλλάξιμα? Όταν απελευθερώθηκε η Ελλάδα, όπως και η Βουλγαρία και Σερβία, οι Τούρκοι εκδιώχθηκαν και οι περιουσίες τους δεν χαρακτηρίστηκαν ανταλλάξιμες και δεν αντελλάγησαν με τίποτα και μοιράστηκαν στους ντόπιους πληθυσμούς. Στην Μακεδονία, αφού εννοείται ότι απελευθερώθηκε, γιατί δεν ίσχυσε το ίδιο?

Ο λόγος είναι, ότι στη Μακεδονία έγινε συναλλαγή "δυο γαϊδάρων σε ξένη αχερώνα". Οι Τούρκοι, όταν κατέκτησαν τη Μακεδονία, άρπαξαν τα κτήματα των πραγματικών δικαιούχων, χωρίς να τους δώσουν κάποια αποζημίωση. Έγινε συναλλαγή, λοιπόν, μεταξύ δυο κλεφτών. Αυτά τα κτήματα τα παρεχώρησε η Ελλάδα στους εποίκους που εγκατέστησε στη Μακεδονία. Τους παραχώρησε, δηλαδή, κλοπιμαία. Είναι, βέβαια, γνωστό παγκοσμίως, ότι οι κλεπταποδόχοι, όχι μόνο δεν δικαιούνται να κρατήσουν τα κλοπιμαία, αλλά πληρώνουν και πρόστιμο και τα αναλογούντα ενοίκια. Τα κτήματα, τα οικόπεδα, οι θέσεις εργασίας, ο πλούτος της Μακεδονίας κλπ. είναι κλεμμένα από τους ντόπιους της Μακεδονίας και οι αποδέκτες έποικοι είναι κλεπταποδόχοι.

Σήμερα, εμείς οι Μακεδόνες που γλυτώσαμε από την Εθνοκάθαρση και την Γενοκτονία, που εφάρμωσε η Ελλάδα στη Μακεδονία, είμαστε αναγκασμένοι να γιορτάζουμε την κατάκτηση και τον διαμελισμό της χώρας μας από τα γύρω κράτη, την εξόντωση και εκδίωξη από τη γη μας των ¾ του ντόπιου πληθυσμού, την καταλήστευση του Μακεδονικού πλούτου από ξένους, την καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων μας και κυρίως τη στέρηση του δικαιώματος της καλλιέργειας της εθνικής μας ταυτότητας και κυρίως των μητρικών μας γλωσσών.

Ζούμε σε μια τραγελαφική και εξωφρενική κατάσταση, στην οποία την στέρηση των ελευθεριών και δικαιωμάτων μας στη ίδια τη γη μας, την γιορτάζουμε ως απελευθέρωση. Σωστά ο παλιός ο Καραμανλής είπε, ότι, «Η Ελλάς κατέστη ένα απέραντο φρενοκομείο». Μόνο που στο Μακεδονικό Ζήτημα δεν συμπεριέλαβε σ΄αυτό το τρελοκομείο και τον εαυτό του.

Οκτώβρης 2020    Τραϊανός Πασόης

Σάββατο 12 Σεπτεμβρίου 2020

Εθνοκάθαρση, Γενοκτονία και Εποικισμός της Μακεδονίας

                                 


Σύμφωνα με το άρθρο 2 της Σύμβασης για την Πρόληψη και Καταστολή Εγκλημάτων Γενοκτονίας, η Γενοκτονία ορίζεται ως


" ...οποιαδήποτε από τις παρακάτω πράξεις με στόχο τον μερικό ή ολικό αφανισμό μιας φυλετικής, εθνικής ή θρησκευτικής ομάδας, όπως:     

---Θανάτωση των μελών της ομάδας
---Πρόκληση σοβαρής σωματικής ή ψυχικής βλάβης σε μέλη της ομάδας
---Σκόπιμη επιβολή συνθηκών ζωής με στόχο το φυσικό αφανισμό, ολικό ή μερικό, μελών της ομάδας
---Επιβολή μέτρων που αποσκοπούν στην παρεμπόδιση γεννήσεων εντός της ομάδας
---Δια της βίας μεταφορά ανήλικων μελών της ομάδας σε κάποια άλλη.

Ψηφίστηκε και υιοθετήθηκε από τον ΟΗΕ το 1948 (στην Ελλάδα γινόταν εμφύλιος πόλεμος και εκδιώχτηκαν "μη έλληνες στο γένος")

Αναφορά του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, το 1992 δημιούργησε διεθνές δικαστήριο με μόνο σκοπό να δικάσει άτομα για παραβιάσεις του διεθνούς ανθρωπιστικού δικαίου που διαπράχθηκαν στο έδαφος της πρώην Γιουγκοσλαβίας, αναδεικνύοντας το ζήτημα της ”εθνοκάθαρσης”, την απομόνωση δηλαδή καθορισμένης περιοχής από εθνική ή εθνοτική ομάδα χωρίς να αφεθούν ίχνη. Την εθνοκάθαρση ο ΟΗΕ την αποδέχθηκε ως σχέδιο Γενοκτονίας.

Εθνοκάθαρση είναι η εξάλειψη μιας μη επιθυμητής ομάδας σε μία κοινωνία, είτε με τη μορφή της γενοκτονίας ή της αναγκαστικής μετανάστευσης.

Γενοκτονία είναι τα μαζικά εγκλήματα που αποβλέπουν στη συστηματική, με βίαια ως επί το πλείστον μέσα, επιδιωκόμενη εξόντωση ολόκληρης φυλής ή τμήματος αυτής σε ορισμένο τόπο.

Η γενοκτονία μπορεί να επιδιωχθεί είτε με σειρά ομαδικών φόνων, όλων ή σχεδόν όλων των μελών μιας φυλής, είτε με συστηματική εξασθένιση αυτής (με διάφορα μέσα) μέχρι τη βαθμιαία εξάλειψή της φυλής. Στα βίαια δε μέσα αυτά περιλαμβάνονται και σειρά απαγορευτικών μέτρων επί εθνικών, θρησκευτικών, γλωσσικών, ηθικών, ιστορικών ή άλλων παραδόσεων προκειμένου να επέλθει διαφοροποίηση ή αλλοίωση της καταδιωκόμενης φυλής με βέβαιη την συν τω χρόνω απώλεια του εθνικού και φυλετικού γνωρίσματος της».

Όλα αυτά διαπράχθηκαν στη Μακεδονία από την Ελλάδα κατά των Μακεδόνων και των Μακεδόνων Βλάχων. Κι όμως, στη Μακεδονία συζητείται μόνο η γενοκτονία των Ποντίων. Η Εθνοκάθαρση και Γενοκτονία των Μακεδόνων αποσιωπείται τελείως. Άρχισε από τις αρχές της δεκαετίας του 1900 και συνεχίζεται ακόμα.

Μόλις άρχισε η επαναστατική δράση για την απελευθέρωση της Μακεδονίας, η Ελλάδα διείδε ότι το όνειρό της για επέκταση προς βορρά κινδύνευε να σβήσει οριστικά. Έτσι άρχισε την υπονόμευση του απελευθερωτικού αγώνα των Μακεδόνων με βίαια μέσα. Έστειλε συμμορίες εγκληματιών καθοδηγούμενες από εκφασισμένους αξιωματικούς, οι οποίες άρχισαν να δολοφονούν Μακεδόνες αυτονομιστές, αλλά και αθώους χωρικούς, μόνο και μόνο επειδή αποσχίστηκαν από το αμαρτωλό Πατριαρχείο, με σκοπό να τρομοκρατηθούν και να φύγουν από τη γη τους.

Μετά την καταστολή της απελευθερωτικής επανάστασης του Ίλιντεν του 1903, οι Οθωμανοί κατέστρεψαν χωριά, αποθήκες και παραγωγές. Έτσι, πολλοί Μακεδόνες αναγκάστηκαν να γίνουν οικονομικοί μετανάστες. Σ’ αυτούς του μετανάστες, το καθεστώς των Αθηνών απαγόρευσε τον επαναπατρισμό στην πατρίδα τους. Μετά την επανάσταση ενέτεινε την αποστολή μισθοφόρων δολοφόνων, που δολοφονούσαν αδιακρίτως Μακεδόνες για να εξαναγκασθούν να μεταναστεύσουν κι άλλοι.

Κατά τον Α’ Βαλκανικό Πόλεμο (Οκτώβριος 1912), η Ελλάδα έκανε αγώνα δρόμου για να αρπάξει όσο γίνεται μεγαλύτερο τμήμα της Μακεδονίας. Έτσι, δεν ασχολήθηκε με τη δολοφονία και εκδίωξη ντόπιων πληθυσμών. Στον Β’ Βαλκανικό Πόλεμο (Ιούνιος 1913), όμως, είχε το πλεονέκτημα να έχει αδύνατους αντιπάλους, καθότι οι Βουλγαρικές δυνάμεις ήταν μοιρασμένες σε τέσσερα μέτωπα, με Ρουμανία, Τουρκία, Σερβία και Ελλάδα, ενώ οι Τουρκικές ήταν απασχολημένες στο μέτωπο της Βουλγαρίας, που είχε καταλάβει την Αδριανούπολη και απειλούσε και την Κωνσταντινούπολη. Έτσι, μαζί με την εισβολή προς την ανατολική Μακεδονία και Θράκη έκανε και μαζική εθνοκάθαρση κατά των Μακεδονικών και Τουρκικών πληθυσμών, που βρέθηκαν στο δρόμο της. Ξεκίνησε με δολοφονίες και την καταστροφή του Κούκους (Κιλκίς) και των γύρω χωριών, όπου δεν υπήρχε ούτε ένα ελληνόφωνο χωριό, κάτι που ανάγκασε τους Μακεδόνες κατοίκους τους, να καταφύγουν στη Σερβοκρατούμενη Μακεδονία. Το ίδιο συνέχισε και προς τα ανατολικά, όπου κατέστρεψε, σύμφωνα με την έκθεση Κάρνεγκι, 149 χωριά, των οποίων οι κάτοικοι για να σωθούν από την ελληνική βαρβαρότητα κατέφυγαν στην Βουλγαροκρατούμενη Μακεδονία του Πιρίν. Ήλπιζαν ότι θα επαναπατρισθούν μετά τον πόλεμο, αλλά η Ελλάδα τους το απαγόρευσε.

Με την υπογραφή συμφωνίας για προαιρετική ανταλλαγή πληθυσμών με την Βουλγαρία, η Ελλάδα υποστηρίζει ότι εκδιώχθηκαν περί τις 90.000 Μακεδόνες ως Βούλγαροι. Η αλήθεια είναι ότι εκείνη η ανταλλαγή δεν ήταν καθόλου προαιρετική, αλλά αναγκαστική. Μετά το τέλος του Α’ Βαλκανικού πολέμου, ελληνικές συμμορίες καθοδηγούμενες από φασίστες αξιωματικούς, λένε ότι «καθάρισαν την Μακεδονία από υπολείμματα «Κομιτατζήδων». Η αλήθεια είναι ότι δολοφονούσαν μερικούς Μακεδόνες, μερικοί από τους οποίους πράγματι πολέμησαν για την απελευθέρωση της Μακεδονίας, για να τρομοκρατηθούν οι υπόλοιποι και να εγκαταλείψουν την πατρίδα τους. Χιλιάδες Μακεδόνες έφυγαν για την σερβοκρατούμενη και Βουλγαροκρατούμενη Μακεδονία, που δεν καταμετρήθηκαν ποτέ. Εκεί, για να επιβιώσουν, δήλωναν αναγκαστικά Σέρβοι ή Βούλγαροι, ενώ όσοι έμειναν, δήλωναν, για τον ίδιο λόγο, Έλληνες.

Μια από τις οικογένειες που έφυγαν εκείνη την περίοδο, ήταν και η οικογένεια του Άντων Κάλτσεβ, που κατά τη Γερμανική Κατοχή ήταν πολιτικός επίτροπος της Βουλγαρίας στη δυτική Μακεδονία, ως σύνδεσμος με τις Γερμανικές και Ιταλικές δυνάμεις. Ο πατέρας του, λόγω της συμμετοχής του στην επανάσταση του Ίλιντεν, του 1903, ήταν σεσημασμένος αυτονομιστής και λόγω του ότι πολλοί συναγωνιστές του δολοφονήθηκαν από τις Ελληνικές δυνάμεις Κατοχής, πήγε στη Βουλγαρία, καθώς η Σερβία ήταν σύμμαχος της Ελλάδας. Η υπόλοιπη οικογένεια έφυγε μετά την λήξη των πολέμων. Έτσι ο Άντων πήγε στο δημοτικό στη γενέτειρά του, την Ζούζαλτσι, που μετονομάστηκε σε Σπήλαια Καστοριάς, και συνέχισε στο γυμνάσιο στη Σόφια. Σπούδασε οικονομικά στη Γερμανία κι έγινε καθηγητής στην Στρατιωτική σχολή της Σόφιας. Επειδή ήταν γνώστης και της Ελληνικής, ορίστηκε ως επίτροπος της Βουλγαρίας στη Δ.Μακεδονία. Συνελήφθη από τους Σέρβους παρτιζάνους, οι οποίοι τον παρέδωσαν στον ΕΛΑΣ κι αυτός στις Ελληνικές αρχές. Καταδικάστηκε σε θάνατο κι εκτελέστηκε στο Επταπύργιο Θεσσαλονίκης στις 27 Αυγούστου 1948.

Ο Κάλτσεβ καταδικάστηκε ως ένοχος για εγκλήματα πολέμου με βάση τη νομοθεσία περί δωσιλόγων (6η Συντακτική Πράξη του 1945).[6] Κηρύχθηκε ένοχος ηθικής αυτουργίας σε ομαδικούς φόνους, συλλήψεις και εκτοπίσεις, εμπρησμούς καθώς και για την προσπάθεια εκριζώσεως του εθνικού φρονήματος και αλλοιώσεως της εθνολογικής σύνθεσης του πληθυσμού της Μακεδονίας.

Όλες οι κατηγορίες στηρίχθηκαν σε ψευδομαρτυρίες. Ο Κάλτσεβ έπαιξε μόνο πολιτικό ρόλο. Δεν είχε άλλους οπλίτες, για να κάνει εγκλήματα και οι ομάδες πολιτοφυλακής, που παρότρυνε τους Μακεδόνες να κάνουν, συγκρούονταν μόνο με τους Έλληνες συνεργάτες των κατακτητών. Ουδέποτε αναφέρθηκε κάποια σύγκρουση Μακεδόνων με Ποντίους κλπ. κατά την Κατοχή. Αυτοί οι Μακεδόνες πολιτοφύλακες συνεργάζονταν με το ΕΑΜ και γι αυτό τους αποκαλούσαν ΕΑΜοβούλγαρους ή ΕΑΜοσλάβους. Οι πλαστές κατηγορίες τον αναφέρουν ως συμμετέχοντα στη σφαγή της Κλεισούρας. Η Κλεισούρα ήταν Βλαχοχώρι στο οποίο το 1878 έγινε Ρουμάνικο σχολείο, το οποίο καταστράφηκε το 1943 από αντάρτες του ΕΑΜ. Στην περιοχή της κλεισούρας οι αντάρτες του ΕΑΜ σκότωσαν δυο Γερμανούς και σε αντίποινα οι Γερμανοί σκότωσαν περί τους 270 Βλάχους. Επομένως ηθικοί αυτουργοί ήταν οι αντάρτες του ΕΑΜ και δεν υπήρχε απολύτως κανένας λόγος να συμμετάσχει ο Κάλτσεβ, ο οποίος, μάλιστα, ως Μακεδόνας καταγόμενος από εκείνη την περιοχή, συμπαθούσε τους Βλάχους. Η υπόθεση φαίνεται μάλλον ως προβοκάτσια του ΕΑΜ κατά των αυτονομιστών Κλεισουριωτών, που αγωνίατηκαν για αυτόνομη Μακεδονία και κατά την Κατοχή δημιούργησαν αυτόνομη Βλάχικη ηγεμονία στην ευρύτερη περιοχή της Πίνδου.

Κατά τον εμφύλιο 1946-1949 δόθηκε άλλη μια ευκαιρία στις ρατσιστικές δυνάμεις να κάνουν εθνοκάθαρση. Δολοφονούσαν απροκάλυπτα Μακεδόνες και βομβάρδιζαν μακεδονικά χωριά, για να τρομοκρατηθούν οι κάτοικοί τους και να φύγουν. Χιλιάδες Μακεδόνες εκτελέστηκαν μετά από δίκη και χιλιάδες στάλθηκαν στις φυλακές ή εξορίστηκαν στα ξερονήσια και πολλοί από αυτούς δεν επέστρεψαν ποτέ. Δεν καταμετρήθηκαν ποτέ. Τους Μακεδόνες που κατέφυγαν στα γειτονικά κράτη, τους υπολογίζουν περίπου σε 55.000. Δεν τους επιτράπηκε ο επαναπατρισμός, ακόμα και στα 20.000 περίπου Μακεδονόπουλα του παιδομαζώματος, που δεν βαρύνονταν με καμία κατηγορία.

Υπάρχουν αμέτρητα καταστραμμένα κι εγκαταλελειμμένα Μακεδονικά χωριά, που μαρτυρούν την εθνοκάθαρση που έγινε. Γιατί δεν υπάρχουν αντίστοιχα Ποντιακά χωριά κατεστραμμένα κι εγκαταλελειμμένα; Εκεί δεν υπήρχαν κομμουνιστές;

Οι απογραφές που έγιναν τα τελευταία χρόνια της τουρκοκρατίας, δεν καταγράφουν τους Μακεδόνες, επειδή οι απογραφές γίνονταν με βάσει το θρήσκευμα. Έτσι, οι Μακεδόνες απογράφονταν ως Πατριαρχικοί, Εξαρχικοί, Μουσουλμάνοι, Καθολικοί.

Οι Μουσουλμάνοι που εκδιώχθηκαν από το ελληνικό τμήμα της Μακεδονίας, υπολογίζονται σε 350.000. Σ΄αυτούς, όμως, συμπεριλαμβάνονται και 55.000 περίπου μουσουλμάνοι Μακεδόνες, 14.000 μουσουλμάνοι ελληνόφωνοι Μακεδόνες, 5.000 περίπου Βλάχοι Μακεδόνες. Οι Τούρκοι, επομένως που εκδιώχθηκαν, ήταν περι τις 175.000. Αυτό σημαίνει, ότι σε ένα σύνολο περίπου 1 εκ. ήταν περίπου 18% του πληθυσμού. Οι ελληνόφωνοι ήταν περίπου 10 με 12%, οι Εβραίοι περίπου 5% και οι Βλάχοι περίπου 4%. Οι Μακεδόνες, δηλαδή, ήταν περίπου 60%. Σήμερα οι Μακεδόνες του Ελλαδικού τμήματος της Μακεδονίας υπολογίζονται σε περίπου 15% κι αυτοί είναι εξαναγκασμένοι να δηλώνουν Έλληνες. Επομένως, τα ¾ των Μακεδόνων δολοφονήθηκαν ή αναγκάστηκαν να μεταναστεύσουν και το ¼ αποεθνικοποιήθηκε. Αυτό, σύμφωνα με τις διεθνείς προδιαγραφές, είναι και λέγεται καθαρά Εθνοκάθαρση και Γενοκτονία.

Στα εδάφη της Μακεδονίας όπου έγινε εθνοκάθαρση, το καθεστώς των Αθηνών εγκατέστησε συστηματικά τον μεγαλύτερο αριθμό εποίκων. Την «Εισβολή αγροτικού ελληνικού πληθυσμού εις την Μακεδονίαν», που εισηγήθηκε ο Ίων Δραγούμης, την πραγματοποίησε ο Βενιζέλος. Οι πατριαρχικοί Ρωμιοί που έφυγαν για την Ελλάδα μετά την Μικρασιατική Καταστροφή, έφυγαν ατάκτως και κατέφυγαν στα νησιά και την Αττική. Δεν υπήρχε κανένας άλλος λόγος εκπατρισμού άλλων πατριαρχικών, εκτός του εποικισμού των Νέων Χωρών και κυρίως της Μακεδονίας.

Η Ελλάδα ποτέ δεν είχε ενδιαφερθεί για τους πατριαρχικούς εκτός της επικράτειάς της. Τους χρησιμοποίησε, όμως, για επεκτατικούς σκοπούς. Στις 20 Ιούλη 1922, μάλιστα, με τον νόμο 2870 «περί της παρανόμου μεταφοράς προσώπων ομαδόν ερχομένων εις τους ελληνικούς λιμένας εκ της αλλοδαπής», απαγόρευσε την εισροή πληθυσμών στο έδαφός της και επέβαλε βαριές ποινές σε όσους πλοιοκτήτες μετέφεραν πληθυσμούς από την Μ.Ασία στην Ελλάδα. Η εξέλιξη των πραγμάτων, όμως, αχρήστευσε αυτόν τον νόμο. Αυτούς τους πληθυσμούς δεν μπορούσε να τους μεταφέρει στη Μακεδονία, γιατί η αγανάκτησή τους ήταν εκρηκτική  και το καθεστώς είχε γίνει πολύ ασταθές. Έτσι, επιλέχθηκε από τον Βενιζέλο η λύση της υποχρεωτικής ανταλλαγής πληθυσμών. Αυτή η ανταλλαγή ήταν τελείως ασύμφορη για την Ελλάδα, γιατί οι Οθωμανοί της Μακεδονίας ήταν περίπου το 1/5 των Ρωμιών που θα ξεριζώνονταν από τις πατρίδες τους. Οι περιουσίες που πήραν με τον ερχομό τους εκείνοι οι πρόσφυγες, ήταν σύμφωνα με επισήμους γύρω στο 15% εκείνων που άφησαν πίσω ή περίπου στο 10%, σύμφωνα με τα προσφυγικά σωματεία. Χωρίς εκείνους τους πληθυσμούς, όμως, δεν μπορούσε να αλλοιωθεί η σύνθεση του πληθυσμού της Μακεδονίας και να εξασφαλιστεί η Κατοχή της. Σε τυχόν δημοψήφισμα που θα επέβαλαν οι Μεγάλες Δυνάμεις, η πρόταση για ένωση με την Ελλάδα δεν θα έπαιρνε ούτε 20%. Έτσι, οι εναπομείναντες ελληνορθόδοξοι πληθυσμοί αντηλλάγησαν υποχρεωτικά, όπως ακριβώς ανταλλάσσονται τα κοπάδια ζώων. Μεταφέρθηκαν σχεδόν στο σύνολό τους στη Μακεδονία, για να παίξουν ακριβώς τον ίδιο ρόλο με τους εποίκους που είχαν εγκαταστήσει εδώ οι Οθωμανοί. Κι ακόμα χειρότερα. Εγκαταστάθηκαν στη χώρα μας περίπου 700.000 έποικοι, η πλειοψηφία των οποίων ήταν Πόντιοι και Τουρκόφωνοι. Έτσι οι Ντόπιοι μετατράπηκαν σε μειοψηφία στον τόπο τους. Μετά τα Σεπτεμβριανά του 1955 εγκαταστάθηκαν κι άλλοι πληθυσμοί, ενώ στην δεκαετία του 1990 εγκαταστάθηκαν σε Μακεδονία και Θράκη όλοι οι Ρωσοπόντιοι, μαζί με Τσετσένους, Γεωργιανούς κλπ., που ήρθαν με αγορασμένα πλαστά χαρτιά, ως Πόντιοι. Μόνο εδώ μπορούσαν να πάρουν μόρια για διορισμό στο δημόσιο, επιδότηση κατοικίας, οικονομικά βοηθήματα, άδειες λαϊκών αγορών κλπ. Έτσι η Μακεδονία καταλήφθηκε για δεύτερη φορά από τους Πόντιους, μετά από εκείνη του 88 π.Χ. με ηγέτη τον Πέρση ηγεμόνα Μηθριδάτη ΣΤ’ Ευπάτωρα.

Αυτοί οι Πόντιοι και οι Τουρκόφωνοι και οι Καραμνλήδες, που συμπλέουν με αυτούς, μιλάνε συνέχεια για την Γενοκτονία τους από τους Οθωμανούς, αλλά συμμετέχουν στη Γενοκτονία των Μακεδόνων. Είναι οι  πρωταγωνιστές των συλλαλητηρίων και διαμαρτυριών κατά της χρήσης του όρου Μακεδόνες από τους Μακεδόνες της διασποράς και των άλλων τμημάτων της Μακεδονίας. Υποστηρίζουν την ρατσιστική άποψη, ότι δεν υπάρχει Μακεδονικός λαός, Μακεδονικό έθνος και προσπαθούν να το αφανίσουν από προσώπου γης κι ότι νόμιμοι κληρονόμοι της Μακεδονίας είναι εκείνοι. Συμμετέχουν, δηλαδή, ενεργά στην Εθνοκάθαρση και Γενοκτονία του Μακεδονικού λαού. Δεν βάζω τους Θράκες, ακόμα και τους Κωνσταντινουπολίτες στην ίδια κατηγορία, γιατί εκείνοι φέρθηκαν σαφώς πιο φιλικά στους Μακεδόνες.